Πετυχημένη εκδήλωση συζήτηση
Στις 27 Νοεμβρίου 2013 στο Πνευματικό Κέντρο Αντώνης Τρίτσης του δήμου Αθηναίων το Παρατηρητήριο Διεθνών Οργανισμών και Παγκοσμιοποίησης (ΠΑΔΟΠ) και η “Πρωτοβουλία Καποδίστριας- Σπινέλι- Ευρώπη” διοργάνωσαν εκδήλωση συζήτηση με θέμα
“Οι καταβολές της Ευρωπαϊκής ιδέας και η διεκδίκηση μιας νέας Ευρώπης”.
Συντόνιζε η κα Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου
Μίλησαν εκ μέρους του ΠΑΔΟΠ ο πρόεδρος κος Πάνος Τριγάζης
Η εισήγηση του κου Πάνου Τριγάζη
Όλοι έχουμε συναίσθηση ότι ο κόσμος ολόκληρος βρίσκεται σε σταυροδρόμι. Το ίδιο ισχύει και για την Ευρώπη ως σύνολο.
Η ίδια η υπόθεση της ευρωπαϊκής ενοποίησης έχει δεχθεί ισχυρότατα πλήγματα τα τελευταία χρόνια της βαθιάς κρίσης, που συνοδεύεται από μια καταστροφική νεοφιλελεύθερη επέλαση, ιδιαίτερα στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου. Σε κίνδυνο βρίσκεται όχι μόνο η συνοχή αλλά και η ύπαρξη της Ευρωζώνης και της Ε.Ε. Σοβαρές δυσκολίες υπάρχουν στις σχέσεις Ε.Ε. – Ρωσίας.
Ας θυμηθούμε ότι το 1990 είχε υπογραφεί στο Παρίσι «Η Χάρτα για μια Νέα Ευρώπη», η οποία υποσχόταν «μια νέα εποχή ειρήνης και ενότητας» στην ήπειρό μας. Είχε, τότε, τερματιστεί ο ψυχρός πόλεμος, είχε πέσει το Τείχος του Βερολίνου και η Διάσκεψη για την Ασφάλεια και την Συνεργασία στην Ευρώπη (ΔΑΣΕ) μπορούσε να αναβαθμιστεί και να περάσει σε νέα φάση.
Δεν τηρήθηκαν, όμως, οι υποσχέσεις και διαψεύστηκαν οι ελπίδες, αρχικά με την βίαιη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και στη συνέχεια με την διχαστική επιλογή επέκτασης του ΝΑΤΟ μέχρι τα σύνορα της Ρωσίας. Επιλογή ενταγμένη στο σχέδιο της λεγόμενης «νέας τάξης πραγμάτων» υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ.
Έτσι, όσοι πίστευαν ότι η Ε.Ε. μπορούσε να αποτελέσει διεθνές αντίβαρο στις ΗΠΑ και να παίξει ρόλο εξισορροπητικού παράγοντα στην άκρως επικίνδυνη παγκόσμια ανισορροπία, που δημιουργήθηκε από την διάλυση της ΕΣΣΔ, είδαν την Ε.Ε. να μετατρέπεται σε ουραγό της «μόνης υπερδύναμης», ακόμα και στα θέματα της ευρωπαϊκής ασφάλειας.
Το 1992 ήρθαν οι συμφωνίες του Μάαστριχτ να θέσουν την Ε.Ε. στην «προκρούστεια κλίνη» του μονεταρισμού. Στη συνέχεια, οι προσπάθειες που καταβλήθηκαν για την ριζοσπαστική αναθεώρηση των συμφωνιών αυτών δεν καρποφόρησαν, παρά τους κοινωνικούς αγώνες που αναπτύχθηκαν. Μετέωρες έμειναν οι προτάσεις των δυνάμεων της αριστεράς, της οικολογίας και των κινημάτων, που είχαν κατατεθεί στην Διακυβερνητική Διάσκεψη του 1996.
Η κρίση, λοιπόν, της Ε.Ε. είχε προαναγγελθεί και είναι κρίση του ίδιου του νεοφιλελεύθερου μοντέλου ενοποίησης, που επιλέχθηκε από τις ηγεσίες των κυρίαρχων πολιτικών δυνάμεων, συντηρητικές και σοσιαλδημοκρατικές.
Για να σωθεί η Ε.Ε. πρέπει να αλλάξει ριζικά
Η συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης απαιτεί μια αναδρομή στις καταβολές της Ευρωπαϊκής Ιδέας, παράλληλα με την διατύπωση προτάσεων για την υπέρβαση της σημερινής κρίσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης και την διεκδίκηση μιας νέας Ευρώπης, μέσα από την επανίδρυσή της.
Κάποιοι πιστεύουν ότι αυτό δεν μπορεί να συμβεί, ότι η Ε.Ε. δεν αλλάζει. Άλλοι θεωρούν ότι η ενωμένη Ευρώπη είναι ιδέα δυτικοευρωπαϊκή, που γεννήθηκε μέσα στον ψυχρό πόλεμο, αγνοώντας ότι η ιδέα αυτή πρωτοδιατυπώθηκε από πρωτοπόρους και φωτισμένους Ευρωπαίους διανοητές, ως ιδέα δημοκρατική, φιλειρηνική και πανευρωπαϊκή, πριν από 200 χρόνια. Για παράδειγμα, ο σοσιαλιστής Σεν Σιμόν πρώτος μίλησε για μια ενωμένη Ευρώπη από το 1814.
Σήμερα, που η Ε.Ε. και η Ευρωζώνη κλυδωνίζονται από μια βαθιά και πολυδιάστατη κρίση, το ζήτημα της επαναθεμελίωσης του ευρωπαϊκού οράματος έχει τεθεί επί τάπητος, με πιεστικό τρόπο. Προσωπικά, πολλά χρόνια πριν είχα υποστηρίξει ότι για να ενωθεί η Ε.Ε. πρέπει να αλλάξει ριζικά. Διότι, όπως έχει γράψει και ο καθηγητής Κώστας Βεργόπουλος, «η Ευρώπη αυτοκτονεί», όσο παραμένει δέσμια των σημερινών ακραίων νεοφιλελεύθερων πολιτικών.
Και στο σημείο αυτό, ας μου επιτραπεί να επισημάνω ότι αυτό που σήμερα συμβαίνει στην Ευρώπη ισοδυναμεί με πολιτιστική αντεπανάσταση. Διότι, αν η καρδιά του σύγχρονου ευρωπαϊκού πολιτισμού είναι οι κοινωνικές και δημοκρατικές κατακτήσεις των εργαζομένων μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τι άλλο από πολιτιστική αντεπανάσταση αποτελεί η ισοπέδωσή τους;
Να αλλάξει ριζικά σημαίνει να ξαναβρεί η Ευρώπη τον δρόμο των ανθρωποκεντρικών οραμάτων, να αναγεννηθεί η ευρωπαϊκή ενοποίηση ως ένα απελευθερωτικό πολιτικό σχέδιο, με καρδιά του την αλληλεγγύη και τις δυνάμεις της εργασίας, του πολιτισμού και της οικολογίας στην πρώτη γραμμή, καθώς και με τα αντίστοιχα κινήματα. Διότι, όπως επισήμανε η γνωστή Ιταλίδα διανοήτρια Λουτσιάνα Καστελίνα, ηγετική μορφή της Ιταλικής και της Ευρωπαϊκής αριστεράς, σε πρόσφατη παρέμβασή της σε ημερίδα του ΣΥΡΙΖΑ, «μπορούμε να πούμε δίκαια ότι για την οικοδόμηση της Ιδέας της Ευρώπης ως κοινότητας συνέβαλε περισσότερο το φιλειρηνικό κίνημα της δεκαετίας του 1980, απ΄όσο το κατόρθωσαν ποτέ, σε πάνω από μισό αιώνα, όλοι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί με τις Συνθήκες τους για ελεύθερες συναλλαγές και με τις καταστροφικές πολιτικές τους». «Αυτό συνέβη – συνέχισε η Καστελίνα – γιατί δεν επρόκειτο μόνο για ένα κίνημα πολιτικής και κοινωνικής διαμαρτυρίας, αλλά για μια κοινή πολιτιστική πρόοδο».
Όπως προανέφερα, η επανίδρυση της Ευρώπης απαιτεί την επιστροφή στις ρίζες της Ευρωπαϊκής Ιδέας, μέσω ενός πανευρωπαϊκού ορίζοντα ενοποίησης (ή ισότιμης και αλληλέγγυας συνεργασίας), που απαιτεί μια νέα σχέση της Ε.Ε. με τη Ρωσία, με την απόρριψη του ευρωατλαντισμού και της διχαστικής για την Ευρώπη διεύρυνσης του ΝΑΤΟ, το οποίο αποτελεί κατάλοιπο του ψυχρού πολέμου. Κι ας μην ξεχνάμε πως ήδη υπάρχουν πανευρωπαϊκοί θεσμοί, το Συμβούλιο της Ευρώπης και ο ΟΑΣΕ (πρώην ΔΑΣΕ).
Έχουμε λόγους να αισιοδοξούμε; Η απάντηση είναι θετική, μόνο αν θυμηθούμε ότι μόλις πριν λίγα χρόνια λίγοι πίστευαν ότι η Λατ. Αμερική θα έμπαινε στο δρόμο των ριζικών αντινεοφιλελεύθερων αλλαγών, ότι θα αμφισβητούσε την ηγεμονία των ΗΠΑ και θα έπαυε να αποτελεί «ξέφραγο αμπέλι» της λεγόμενης «μόνης υπερδύναμης».
Ιδού τι γράφει ο Ιγνάσιο Ραμονέ: «Η παλιά ιδέα ότι η Λατ. Αμερική αποτελεί την «πίσω αυλή» των ΗΠΑ είναι πλέον απολίθωμα». «Στη Λ. Αμερική –τονίζει ο πρώην διευθυντής της LE MONDE diplomatique– οι νέοι σοσιαλισμοί του 21ου αιώνα, ενισχυμένοι από τη δυναμική του κοινωνικού κινήματος, ξεχειλίζουν από πολιτική δημιουργικότητα και κοινωνική ευρηματικότητα. Παρακολουθούμε μια αναγέννηση, μια πραγματική επανίδρυση της ηπείρου».
Αυτό που συμβαίνει στη Λ. Αμερική γιατί δεν μπορεί να συμβεί και στην Ευρώπη;
και εκ μέρους της Πρωτοβουλίας ο κος Αλέξης Κράους
Η κα Μαρία Μενεγάκη , ομότιμη καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών κατέθεσε τα ιστορικά στοιχεία της Ευρωπαϊκής ιδέας από το Σαιν Σιμόν και τον Ουγκώ μέχρι τον Καποδίστρια και τον Σπινέλι.
ομιλία κας Μαρίας Μενεγάκη
ΑΝΡΙ ΝΤΕ ΣΑΙΝ ΣΙΜΟΝ ΚΑΙ ΒΙΚΤΩΡ ΟΥΓΚΩ: ΔΥΟ ΜΕΓΑΛΟΙ ΟΡΑΜΑΤΙΣΤΕΣ
ΤΗΣ ΕΝΩΜΕΝΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ
Ο Claude-Henri Rouvroy comte de Saint-Simon (1760-1825) θεωρείται ως ένας από τους πρώτους κοινωνικούς μεταρρυθμιστές της Γαλλίας και θεμελιωτής της επιστήμης της κοινωνιολογίας. Η επίδραση που άσκησε στο γαλλικό και ευρύτερα στο ευρωπαϊκό πνεύμα οφείλεται, όχι μόνο στα γραπτά του αλλά και στον τρόπο της ζωής του, καθώς και στη φλογερή ιδιοσυγκρασία του. Η αφύπνιση του πνεύματός του και η διαμόρφωση της σκέψης του οφείλεται – όπως και σε πολλούς συγχρόνους του διανοητές – στις ιστορικές συγκυρίες όπου η μοίρα τοποθέτησε την ύπαρξή του. Είχε το προνόμιο να ζήσει τα συγκλονιστικά γεγονότα που σημάδεψαν την καμπή του 18ου προς τον 19ο αιώνα και να νιώσει στην ίδια του τη σάρκα τις ωδίνες που κυοφόρησαν τον σύγχρονο ευρωπαϊκό πολιτισμό. Ο ίδιος αναφέρει τρεις πηγές της φιλοσοφικής του έμπνευσης: τον Διαφωτισμό, τον πόλεμο της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας -στον οποίο συμμετέσχε ως αξιωματικός του γαλλικού στρατού – και τη Γαλλική Επανάσταση.
Ας προσθέσω και μια λεπτομέρεια που σε μας τον κάνει ιδιαίτερα συμπαθή: πρόκειται για ένα μεγάλο φιλέλληνα. Στο πρώτο του γραπτό με τον τίτλο Επιστολές ενός κατοίκου της Γενεύης προς στους συγχρόνους του, το 1803, δεν παραλείπει να αναφερθεί και στη θέση της σκλαβωμένης τότε Ελλάδας μέσα στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Υπενθυμίζοντας πως οι Έλληνες που βρίσκονταν κάτω από τον ασιατικό ζυγό αποτελούσαν μέρος του ευρωπαϊκού λαού, καλεί τους Ευρωπαίους να συνασπιστούν για να συμβάλουν στην απελευθέρωσή τους:
Οι Ευρωπαίοι, γράφει, θα ενώσουν τις δυνάμεις τους και θα ελευθερώσουν τους αδελφούς τους Έλληνες από την κυριαρχία των Τούρκων.
Όταν, είκοσι χρόνια αργότερα, μετά το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, θα φουντώσει το φιλελληνικό κίνημα, ο Σαιν Σιμόν θα προσχωρήσει ανεπιφύλακτα σε αυτό. Πώς θα μπορούσαν οι Ευρωπαίοι να μείνουν αδιάφοροι, διερωτάται, στη θέα ενός λαού περιώνυμου για την καταγωγή και για τις συμφορές του, λαού που εθεωρείτο εξαφανισμένος από το πρόσωπο της γης και επανεμφανίστηκε αιφνίδια με τις αρχαίες και τις νέες αρετές του, που ξεσηκωμένος απέναντι σε μια παράλογη τυραννία, μοιάζει να αγωνίζεται ενάντια στη βαρβαρότητα όλων των προηγούμενων αιώνων. Γι αυτό και βρέθηκαν ευγενικές ψυχές να τον στηρίξουν, ποιητές να τον υμνήσουν, ζωγράφοι που θα καθιερώσουν την ηρωική του αντίσταση και τις νικηφόρες ήττες του
Μια σημαντική πτυχή της πολύπλευρης και ανεξάντλητης συνεισφοράς του στον σύγχρονο ευρωπαϊκό πολιτισμό είναι η προσπάθειά του για την ενοποίηση της Ευρώπης. Το μακρινό του όραμα, όπως και του σύγχρονού του μεγάλου κοινωνικού οραματιστή Σαρλ Φουριέ, ήταν η δημιουργία μιας κοινωνίας που θα συμπεριλάμβανε όλους τους ανθρώπους της γης και θα αναλάμβανε τη συστηματική εκμετάλλευση του πλανήτη, τον οποίο αποκαλούσε «γαιοκτησία του ανθρώπινου είδους», πάντοτε όμως με γνώμονα την υλική βελτίωση και την ηθική ανύψωση των πολλών. Πεποίθησή του ήταν επίσης πως η ενοποίηση του κόσμου, η παγκοσμιοποίηση, έπρεπε να ξεκινήσει από την Ευρώπη, δοθέντος ότι η ευρωπαϊκή κοινωνία διέθετε ήδη τις βασικές προϋποθέσεις: όμοια κοινωνική δομή, κοινή θρησκεία και κοινή πολιτιστική κληρονομιά. Η ιδέα αυτή διαπερνά ολόκληρο το έργο του, αφού η αναδιοργάνωση της Ευρώπης αποτελούσε τον σκοπό όλων των προσπαθειών του και την απόληξη όλων των ενεργειών του. Ένα όμως δοκίμιο γραμμένο σε μια κρίσιμη ιστορική συγκυρία, λίγο πριν την οριστική ήττα του Ναπολέοντα στο Βατερλώ, περιέχει συγκεκριμένες προτάσεις.
Το δοκίμιο αυτό εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 1814, παραμονή της έναρξης των εργασιών του Συνεδρίου της Βιέννης, με τίτλο Περί της αναδιοργάνωσης της ευρωπαϊκής κοινωνίας, φέρει δε τον εύγλωττο, επεξηγηματικό υπότιτλο: Περί της αναγκαιότητας και των μέσων να ενοποιηθούν οι λαοί τη Ευρώπης σε ενιαίο πολιτικό σύστημα διατηρώντας την εθνική ανεξαρτησία του καθενός.
Την στιγμή ακριβώς που βασιλείς και πρίγκιπες, υπό την καθοδήγηση του Μέττερνιχ, επεξεργάζονταν τη σύσταση μιας «Ιεράς Συμμαχίας» με σκοπό να καταστέλλει τις κοινωνικές και εθνικές εξεγέρσεις, ο γάλλος στοχαστής συνελάμβανε ένα σχέδιο ομοσπονδοποίησης των ευρωπαϊκών λαών. Ορθά ο Φ. Ένγκελς θα επισημάνει αργότερα πόσο πρωτοπόρος υπήρξε για την εποχή του και πόση τόλμη αλλά και ιστορική οξυδέρκεια διέθετε για να κηρύσσει στους Γάλλους συμμαχία με τους νικητές του Βατερλώ. Πράγματι, με αυτό το κείμενο, ο Σαιν Σιμόν γίνεται προφήτης της διεθνούς αλληλεγγύης των λαών ως βασικού παράγοντα ειρήνης και ευημερίας. Αξίζει να παραθέσουμε τα ίδια του τα λόγια:
Θα έλθει βεβαίως η εποχή που οι λαοί ολόκληρης της Ευρώπης θα πρέπει να ρυθμίσουν πρώτα τα σημεία γενικού συμφέροντος προτού κατέβουν στα εθνικά συμφέροντα. Τότε οι συμφορές θα αρχίσουν να μειώνονται, οι ταραχές να κατευνάζονται, οι πόλεμοι να σβήνουν. Εκεί κατευθυνόμαστε ακατάπαυστα, εκεί μας οδηγεί ο ρους του ανθρώπινου πνεύματος! Τι όμως αρμόζει στην ανθρώπινη φρόνηση, να συρθούμε προς τα εκεί ή να τρέξουμε μόνοι μας.
Δεν θα ήθελα να σταθώ εδώ σε όλες τις λεπτομέρειες σχετικά με αυτή την ενοποίηση, δηλαδή τον τρόπο συγκρότησης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πολύ παρωχημένο, πρέπει να πω, για την εποχή μας, την υπεροχή του σε σχέση με τα εθνικά κοινοβούλια, τις αρμοδιότητές του, που τις βλέπει αρκετά εκτεταμένες, το ρόλο των παραγωγικών δυνάμεων κ.λπ.. Εκείνο που θεωρώ ως ένα πολύ σημαντικό σημείο της πραγματείας του, που δεν έχει χάσει την αξία του ως τις μέρες μας, είναι η ιδέα του για αυτό που ονομάζει «ευρωπαϊκό πατριωτισμό». Το μέσον δε που προτείνει για να καλλιεργηθεί στους Ευρωπαίους πολίτες το συναίσθημα αυτό, που ξεπερνάει τα εθνικά και τοπικά όρια και αγκαλιάζει ολόκληρη τη γηραιά Ήπειρο, δεν είναι άλλο από την παιδεία.
Κατά τον Σαιν Σιμόν, δεν αρκεί να οργανωθεί σε κοινή βάση η οικονομική και πολιτική ζωή της ευρωπαϊκής κοινωνίας. Για να ριζώσει και σταθεροποιηθεί αυτή η κοινωνία απαιτείται από όλες τις πλευρές μία δύναμη που θα συνενώσει τις επιθυμίες, θα συντονίσει τις κινήσεις, θα καταστήσει τα συμφέροντα κοινά και τις υποχρεώσεις μόνιμες. Χρειάζεται επίσης μία κοινή ηθική βάση και μία πίστη που θα εμφυσήσει μέσα στις ψυχές των λαών το πατριωτικό φρόνημα, πράγμα που δεν σημαίνει απλά και μόνο την προάσπιση των γεωγραφικών συνόρων της Ηπείρου, αλλά, κυρίως, την προσήλωση σε ένα κοινό κώδικα αξιών.
Με την παιδεία, τις προσωπικές διασυνδέσεις και τα παραδείγματα, οι άνθρωποι μαθαίνουν να συνδέουν το προσωπικό τους συμφέρον με εκείνο της κοινωνίας στην οποίαν ανήκουν. Το συναίσθημα αυτό, από το οποίο απορρέει η τάση της γενίκευσης του ατομικού συμφέροντος και της ταύτισής του με το γενικό είναι αυτό που ονομάζουμε «πατριωτισμό». Αυτό το συναίσθημα, εάν επεκταθεί από τα άτομα μιας μεμονωμένης κοινωνίας σε όλους τους λαούς της Ευρώπης, θα μπορεί να ονομασθεί «ευρωπαϊκός πατριωτισμός».
Επομένως, μία από τις αρμοδιότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι να διευθύνει την εκπαίδευση και τη μόρφωση σε ολόκληρη την Ευρώπη και μέσω αυτής να διαδώσει ένα κώδικα ηθικής γενικό, αλλά και εθνικό και ατομικό. Σε αυτόν τον ηθικό κώδικα θα πρέπει να καταδεικνύεται πως οι αρχές επάνω στις οποίες θα στηρίζεται η ευρωπαϊκή ομοσπονδία είναι οι καλύτερες, οι πιο στέρεες, οι μόνες που μπορούν να κάνουν την κοινωνία όσο το δυνατόν πιο ευτυχισμένη, στο βαθμό, βέβαια, που εξαρτάται και από τη φύση του ανθρώπου και από το επίπεδο της μόρφωσής του.
Θα έλεγα, λοιπόν, πως η έλλειψη μιας τέτοιας παιδείας αποτελεί ίσως την αχίλλεια πτέρνα του σημερινού ευρωπαϊκού οικοδομήματος, που αντί να έχει ως γνώμονα την υλική ευημερία και την ηθική εξύψωση όλων των λαών που το συναπαρτίζουν, όπως το είχε οραματιστεί ο πρόδρομος αυτός της Ενωμένης Ευρώπης, εφαρμόζει με τον πιο στυγνό τρόπο «το δίκαιο του ισχυροτέρου».
Ι
Έρχομαι τώρα στον Βίκτορα Ουγκώ ο οποίος, προικισμένος με απέραντο συγγραφικό ταλέντο, υπήρξε μεγάλο οραματιστής και φίλος των λαών. Έζησε από το 1802 ως το 1885, διέτρεξε, δηλαδή, ολόκληρο τον 19ο αιώνα: τον αιώνα που εξέθρεψε πολυάριθμα κοινωνικό-πολιτικά και εθνικό-απελευθερωτικά κινήµατα, παιδιά όλα της Γαλλικής Επανάστασης του 1789. Υπήρξε ένας από τους δυναμικότερους εκφραστές του κατ’ εξοχήν μεσσιανικού γαλλικού ρομαντισμού.Ο ρισμένα από τα μηνύματά του δεν έχουν πάψει έως σήμερα να μας συγκινούν.
Ξεπερνώντας τα στενά όρια ενός εθνικιστικού πατριωτισμού, έγινε πολίτης του κόσµου, και ενστερνίστηκε τις ιδέες της παγκόσμιας συναδέλφωσης που πρέσβευαν οι ουτοπικοί σοσιαλιστές. Συνεχίζοντας δε την παράδοση του Διαφωτισµού, υποστήριζε τη στράτευση των ανθρώπων του πνεύµατος στην προάσπιση των συµφερόντων της ανθρωπότητας. Οι φωτισµένοι άνθρωποι, έγραφε, είναι πιο χρήσιµοι από τους στρατιώτες µε το όπλο επιβάλλεις πειθαρχία, µε την ιδέα εκπολιτίζεις. Τοποθετεί τους σοφούς σε υπέρτερη θέση από τους µεγάλους στρατηλάτες.
Κατά την περίοδο της εξορίας του (1852-1870) επέλεξε να γίνει η φωνή της συνείδησης ολόκληρης της ανθρωπότητας. Ταυτίζει την προσωπική του µοίρα του πολιτικού εξόριστου µε αυτήν όλων των κατατρεγµένων, καταπιεσµένων, είτε ατόµων είτε λαών. Καταδικάζει κάθε είδους καθυπόταξη ενός λαού, ενός έθνους, µίας φυλής. Υποστηρίζει το λαό της Ρώµης κατά του Πάπα, τους Πολωνούς κατά της Ρωσίας, τους Ιρλανδούς κατά της Αγγλίας, τους Ούγγρους κατά της Αυστρίας, τους Έλληνες και τους Σέρβους κατά της Τουρκίας, τους Κουβανούς κατά της Ισπανίας. Με µοναδικό όπλο το µαγικό του λόγο, µετατρέπει την ήττα σε νίκη, την αδυναµία σε δύναµη, την ταπείνωση σε περηφάνια.
Όταν, το 1866, οι Κρήτες, επαναστατημένοι εναντίον του Σουλτάνου, ζήτησαν τη βοήθειά του, τους έστειλε το εξής µήνυµα:
«Κι αν νικηθείτε, δε θα είστε ηττημένοι, γιατί το δίκαιο δεν νικιέται».
Λίγα χρόνια αργότερα, το 1876, θα υψώσει και πάλι τη φωνή του για να στηρίξει τους εξεγερµένους Σέρβους κατά του Σουλτάνου, και να λοιδωρίσει τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για την εθελοτυφλία τους µπροστά στην κατακρεούργηση αυτού του µικρού και ηρωικού έθνους.
Σε µια ανοιχτή επιστολή του, στις 29 Αυγούστου 1876, µε αφορµή αυτό το γεγονός, θέτει το θέµα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, ως µόνο τρόπο για να σταµατήσουν οι αιµατοχυσίες σ’ αυτή την Ήπειρο:
Τις διχασμένες κυβερνήσεις», γράφει, «πρέπει να διαδεχθούν οι ενωµένοι λαοί [ … ].: Ενωµένες Πολιτείες της Ευρώπης, αυτός είναι ο µοναδικός στόχος, το µοναδικό λιµάνι.
Πράγματι, η ιδέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είχε ωριμάσει μέσα του ήδη από το 1870, δηλαδή από τη στιγμή που ο πόλεμος είχε χτυπήσει την καρδιά της γηραιάς Ηπείρου με τη σύρραξη ανάμεσα στην Πρωσία και την πατρίδα του, τη Γαλλία.
Όπως ο Saint-Simon, το 1814, μετά την ήττα του Ναπολέοντα από τους Αγγλους, είχε υποστηρίξει με θέρμη την ομοσπονδοποίηση της Ευρώπης, με έμφαση στα δίκαια των λαών, έτσι και ο Ουγκώ, μετά την ήττα του Ναπολέοντα Γ από τους Πρώσσους, το 1870, πρότεινε, όχι αντίποινα, αλλά ενότητα. Κατά τη στιγμή ακριβώς της προέλασης του πρωσικού στρατού προς τη γαλλική πρωτεύουσα, ο Ουγκώ απηύθυνε έκκληση, γραμμένη και στις δύο γλώσσες -γαλλικά, γερμανικά- όπου καλούσε σε ειρήνευση επισημαίνοντας την επιτακτική ανάγκη της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Πώς όμως οραματίζεται ο Ουγκώ την Ένωση αυτή; Σύμφωνα με το τρίπτυχο της Γαλλικής Επανάστασης -ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη- η Ενωμένη Ευρώπη θα έπρεπε να είναι η Ευρώπη, όχι των Κυβερνήσεων, αλλά των λαών, η Ευρώπη της Δημοκρατίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της δημιουργίας, της ειρηνικής συνύπαρξης.
Δύο χρόνια αργότερα, στις 20 Σεπτεμβρίου 1872, απηύθυνε επιστολή στους διοργανωτές του Συνεδρίου της Ειρήνης στο Λουγκάνο της Ελβετίας, η οποία αρχίζει με την εύγλωττη αποστροφή:
«Ευρωπαίοι συμπατριώτες μου».
Στο κείμενο αυτό αναβλύζει από την πέννα του ένας χείμαρρος αισιοδοξίας και πίστης στο μέλλον των ευρωπαϊκών λαών. Παραθέτουμε ένα απόσπασμα που εκφράζει την ουτοπία σε όλο της το μεγαλείο:
Θα έχουμε αυτά τα μεγάλα Ενωμένα Έθνη της Ευρώπης που θα επιστεγάσουν τον παλιό κόσμο όπως τα Ενωμένα Έθνη της Αμερικής επιστεγάζουν τον νέο. Το πνεύμα της κατάκτησης θα μετατραπεί σε πνεύμα της ανακάλυψης, θα έχουμε τη γενναιόδωρη αδελφοσύνη των εθνών αντί για τη βάρβαρη αδελφοσύνη των αυτοκρατόρων, θα έχουμε την πατρίδα χωρίς σύνορα, τον προϋπολογισμό χωρίς παρασιτισμό, το εμπόριο χωρίς δασμούς, την κυκλοφορία χωρίς φραγμούς, την παιδεία χωρίς την αποβλάκωση, τη νεολαία χωρίς τον στρατώνα, το λόγο χωρίς τη φίμωση, την αλήθεια χωρίς το δόγμα, τον Θεό χωρίς την κόλαση, την αγάπη χωρίς το μίσος … θα υπάρξει πάνω από τον κόσµο ένα κύµα φωτός. Και τι είναι όλο αυτό το φως; Είναι η Ελευθερία. Και τι είναι όλη αυτή η ελευθερία; Είναι η ειρήνη.
Ι
Ας κάνουμε τώρα μια επιστροφή στη Γαλλική Επανάσταση από όπου εκπήγασαν αυτές οι ιδεολογίες. Ο Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος, σε μια αγόρευσή του στη Συμβατική, το 1793, χαρακτήριζε την Διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη του 1789 ως κείμενο με εγωιστικό χαρακτήρα και στενότητα πνεύματος :
Θα έλεγε κανείς, αναφωνούσε ο ρήτορας, πως η Διακήρυξή σας έγινε για ένα κοπάδι ανθρώπινων πλασμάτων κουρνιασμένο σε μια γωνιά του πλανήτη, και όχι για την τεράστια οικογένεια στην οποία η φύση έδωσε τη γη για κατοικία της.
Και πρότεινε μια νέα Διακήρυξη η οποία περιελάμβανε την εξής ρήτρα:
Οι άνθρωποι όλων των χωρών είναι αδέλφια και οι διάφοροι λαοί οφείλουν να αλληλοβοηθούνται στο μέτρο που το μπορούν, όπως ακριβώς οι πολίτες του ίδιου κράτους.
Το ιδεώδες του οικουμενισμού που διακήρυξε ο Διαφωτισμός και ενέπνευσε κατά ένα σημαντικό μέρος το έργο της Γαλλικής Επανάστασης, αποτελεί μία από τις βασικές παρακαταθήκες του ευρωπαϊκού πνεύματος. Αυτό που χαρακτηρίζει όλους εκείνους τους οραµατιστές που κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα στοχάστηκαν και αγωνίστηκαν για την παγκόσµια συναδέλφωση µέσα από την κατάργηση όχι µόνο των συνόρων, αλλά και όλων των ανισοτήτων – εθνικών, κοινωνικών, φυλετικών, σεξιστικών – είναι η ακράδαντη πίστη σ’ αυτά τα ιδανικά και ο ενθουσιασμός- με την κυριολεξία της λέξης – που τους διακατέχει.
Ελπίζουμε και ευχόμαστε αυτός ο ενθουσιασμός να αναζωπυρωθεί κάποτε και η Ευρωπαϊκή Ένωση να βρει το δρόμο που χάραξαν οι πρώτοι και ανιδιοτελείς σκαπανείς της.
ο κος Γιάννης Γούναρης δικηγόρος συγγραφέας του βιβλίου “Η ευρωπαϊκή Ουτοπία: Σκέψεις για την ενωμένη Ευρώπη του 21ου αιώνα” ανέλυσε την σημερινή κατάσταση στην ΕΕ
Η εισήγηση του κου Γιάννη Γούναρη
Θέλω να ξεκινήσω ευχαριστώντας το Παρατηρητήριο Διεθνών Οργανισμών και Παγκοσμιοποίησης και τον πρόεδρό του Πάνο Τριγάζη, αλλά και την Πρωτοβουλία Καποδίστριας Σπινέλλι Ευρώπη για την τιμητική πρόσκληση να απευθύνω λίγα λόγια στη σημερινή εκδήλωση.
Προετοιμαζόμενος για την παρέμβασή μου, θυμήθηκα ξανά πόσο πραγματικά ριζοσπαστική, επαναστατική ιδέα ήταν ανέκαθεν η ιδέα της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Σκεφτείτε το για ένα λεπτό: η ιδέα να ενωθούν ειρηνικά, βάσει ενός συστήματος κοινών ανθρωπιστικών αξιών και αρχών, οι λαοί και τα κράτη της Ευρώπης, μετά από αιώνες πολέμων και αιματοχυσίας. Να βάλουν στην άκρη τη διχόνοια, τα στερεότυπα και τα στενά εθνικά τους συμφέροντα. Πόσο ρομαντική, ακόμα και ουτοπική, ακούγεται αυτή η ιδέα ακόμα και σήμερα!
Κι όμως, δύο και πλέον αιώνες πριν, η ιδέα αυτή ξεπήδησε μέσα από το επαναστατικό κλίμα της εποχής του ευρωπαϊκού διαφωτισμού. Σκέφτομαι σήμερα, για παράδειγμα, τον Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος βέβαια δεν ήταν επαναστάτης, αλλά, πριν γίνει Κυβερνήτης της Ελλάδας –ενός κράτους που ήταν το αποτέλεσμα μιας επανάστασης- διπλωμάτης του Τσάρου της Ρωσίας, του λιγότερο ίσως φιλελεύθερου κράτους της Ευρώπης εκείνη την εποχή.
Ωστόσο, έχει τεράστιο ενδιαφέρον ότι μετέπειτα ριζοσπάστες διανοητές και επαναστάτες, όπως ο Προυντόν και ο Μπακούνιν, μοιράζονταν κάτι κοινό: το θαυμασμό τους για το ομοσπονδιακό σύστημα της Ελβετίας, το οποίο θεωρούσαν πρότυπο για μια μελλοντική ευρωπαϊκή ομοσπονδία. Εδώ, λοιπόν, η συνεισφορά του Καποδίστρια, ο οποίος ως γνωστόν ήταν εκ των πρωτοπόρων της ελβετικής συνομοσπονδίας, συναντά τη ριζοσπαστική σκέψη των Ευρωπαίων επαναστατών του 19ου αιώνα.
Να αναφέρουμε και τον Βίκτορα Ουγκώ, τον μεγάλο διανοούμενο που είχε σταθεί δίπλα σε όλα τα επαναστατικά κινήματα της εποχής του και οραματιζόταν κι αυτός τις Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης, ως το τελικό αποτέλεσμα της εθνικής και κοινωνικής απελευθέρωσης των ευρωπαϊκών λαών.
Εκατό χρόνια μετά, ο Σπινέλλι, εξόριστος στο νησί Βεντοτένε από το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι, έπιανε το νήμα εκεί που το είχαν αφήσει οι ριζοσπάστες του 19ου αιώνα και μας άφηνε το ομώνυμο Μανιφέστο, το οποίο αποτελεί ίσως το πληρέστερο κείμενο για τον ευρωπαϊκό φεντεραλισμό τον 20ο αιώνα.
Ας έρθουμε, όμως, στο σήμερα και στο αύριο της Ευρώπης. Η κατάσταση είναι γνωστή και δεν χρειάζεται να την περιγράψουμε, τη βιώνουμε όλοι καθημερινά. Θέλω, όμως, να σταθώ λίγο στο τι σημαίνει ευρωπαϊσμός σήμερα. Πράγματι, μέσα στην γενικότερη ιδεολογική σύγχυση που επικρατεί στις μέρες μας, μια από τις λέξεις που κινδυνεύει να χάσει το νόημά της είναι και η λέξη «ευρωπαϊσμός».
Είναι εξοργιστικό να διδάσκουν ευρωπαϊσμό πολλοί που τον ανακάλυψαν πολύ όψιμα για να καλύψουν άσχετες με αυτόν επιλογές. Πολύ περισσότερο, όταν χρησιμοποιούν αυτόν επίπλαστο ευρωπαϊσμό, ώστε να κατηγορήσουν για δήθεν αντιευρωπαϊσμό εκείνους που διαβλέπουν τα πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά αδιέξοδα της κατεύθυνσης που έχει πάρει η Ευρώπη, σε μια μάταιη επιδίωξη να τους ταυτίσουν με τα ακροδεξιά, νεοφασιστικά και ρατσιστικά μορφώματα που θεριεύουν σε όλη την ήπειρο, όχι μόνο στην Ελλάδα, τρεφόμενα από τις αποτυχίες και την αβελτηρία της ίδιας της Ευρώπης, από την απόγνωση, την απελπισία και την αποδόμηση του κοινωνικού ιστού που φέρνει στην επιφάνεια τα πιο σκοτεινά ένστικτα του ανθρώπου.
Ταυτίζουν έτσι την έννοια «Ευρώπη» με τη συγκεκριμένη πολιτική και τη συγκεκριμένη κατάσταση. Αυτή είναι η μία και μόνη ευρωπαϊκή επιλογή, μας λένε. Όποιος την αποδέχεται είναι ευρωπαϊστής, όποιος όχι, είναι εχθρός της Ευρώπης. Έτσι, όμως, ωθούν όλο και περισσότερους στον γνήσιο αντιευρωπαϊσμό ως μόνο μέσο αντίδρασης. Είναι αυτονόητο ότι ο πολίτης που πλήττεται από τη κρίση δεν θα σπαταλήσει πολύ χρόνο. Βλέπει την κατάστασή του και βλέπει τους Ευρωπαίους ηγέτες να λένε σε όλους τους τόνους ότι αυτή είναι η ευρωπαϊκή επιλογή. Αυτόματα, κατατάσσει τον εαυτό του στο αντίπαλο στρατόπεδο και ψηφίζει αναλόγως. Τόσο απλό είναι.
Σήμερα, λοιπόν, αληθινοί ευρωπαϊστές είναι αυτοί που παραμένουν, από ρομαντισμό, ίσως, και σε πείσμα των καιρών, πιστοί σε μια ευρωπαϊκή ιδέα, η οποία κακοποιείται βάναυσα σήμερα από αυτούς που την επικαλούνται μόνο ως μια φράση κενή πολιτικού και φιλοσοφικού περιεχομένου, μόνο και μόνο για να δικαιολογήσουν το status quo. Αληθινοί ευρωπαϊστές είναι αυτοί που ασκούν δριμεία κριτική σε αυτήν την πορεία καταστροφής, αρνούνται να συμβιβαστούν με τη σημερινή εικόνα της Ευρώπης, προειδοποιούν σε όλους τους τόνους, αντιμάχονται επιλογές βαθύτατα αντιδημοκρατικές και, άρα, αντιευρωπαϊκές στον πυρήνα τους και προτείνουν αξιόπιστες εναλλακτικές, οι οποίες συντείνουν στην επανεκκίνηση της Ευρώπης ως Ένωσης αξιών, ειρήνης, ελευθερίας, δικαιοσύνης και αλληλεγγύης.
Η δημιουργική κριτική με αυτό το πνεύμα, στηριζόμενη σε πειστικά επιχειρήματα και συνοδευόμενη από συγκεκριμένες, ρεαλιστικά εφαρμόσιμες προτάσεις για το μέλλον της Ευρώπης, όχι μόνο δεν είναι αντιευρωπαϊκή, αλλά, αντιθέτως, αποσκοπεί στην επανίδρυση της Ένωσης πάνω σε ισχυρές θεσμικά και νομιμοποιημένες δημοκρατικά βάσεις. Τι πιο φιλοευρωπαϊκό από αυτό;
Ως ευρωπαϊστές, δεν πρέπει να έχουμε καμία αμφιβολία: η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι αυτοσκοπός και η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση δεν είναι νομοτελειακά εγγυημένη, όπως, άλλωστε, δεν είναι και μονόδρομος. Ανέκαθεν ήταν επιλογή. Εάν φτάσουμε στο σημείο να κληθεί να επιλέξει ο Ευρωπαίος πολίτης ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στη δημοκρατία, θα επιλέξει το δεύτερο, και πολύ καλά θα κάνει. Επομένως, αυτό που χρειάζεται η Ευρώπη είναι δημοκρατικές εναλλακτικές απέναντι στη σημερινή αποτελμάτωση, ένα φρέσκο όραμα για τον 21ο αιώνα, ανατρεπτικές λύσεις, πολιτική γενναιότητα και έμπνευση για κάτι καινούργιο που θα κινητοποιήσει τους Ευρωπαίους στην προοπτική ενός νέου και ελπιδοφόρου ξεκινήματος. Δεν είναι μόνο ιδεολογικό το ζήτημα. Ας αναρωτηθούμε το εξής απλό: πόσο βιώσιμη είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση όπως είναι σήμερα; Μπορούμε να τη φανταστούμε να επιβιώνει με τη σημερινή της μορφή στο μέλλον, μετά από δέκα χρόνια ας πούμε;
Εφόσον, λοιπόν, αγαπάμε την Ευρώπη, πρέπει να ξαναδούμε κάποια βασικά πράγματα από την αρχή. Και εκεί ακριβώς είναι που η μελέτη της καταβολής της ευρωπαϊκής ιδέας μπορεί να μας βοηθήσει. Βεβαίως, κανείς δεν προτείνει να μεταφέρουμε αυτούσια τα προτάγματα των ευρωπαϊστών του 19ου αιώνα στον 21ο. Όμως, μην ξεχνάμε τις προφητικές φωνές των επαναστατών του πνεύματος και της δράσης που πρώτοι πρότειναν το όραμα της συμφιλίωσης των ευρωπαϊκών λαών και της ειρηνικής τους συνένωσης σε μια ελεύθερη, δημοκρατική ομοσπονδία. Οι ιδέες τους ακούγονται σήμερα, μέσα από τον ωκεανό του χρόνου που μας χωρίζει, πολύ πιο φρέσκες, μοντέρνες και ρηξικέλευθες από τα τετριμμένα που μας παρουσιάζονται σαν δήθεν η επιτομή της ευρωπαϊκής ιδέας. Καλό θα ήταν να αντλούμε έμπνευση από αυτές τις φωνές, προσαρμόζοντας τις στις συνθήκες και τις ανάγκες του 21ου αιώνα, έστω κι αν είναι προφανές ότι, υπό τα σημερινά δεδομένα, αυτού του τύπου ο ευρωπαϊκός φεντεραλισμός τοποθετείται μάλλον στον χώρο της πολιτικής ουτοπίας.
η τέως ευρωβουλευτής και Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου αναφέρθηκε στις σύγχρονες εξελίξεις με την διάλυση των θεσμών της ΕΕ μέσα από την επιβολή των Τραπεζών
ΟΜΙΛΙΑ Μαριλίζας Ξενογιαννακοπούλου
« Οι Καταβολές της Ευρωπαϊκής Ιδέας και η διεκδίκηση μιας νέας Ευρώπης»
Αγαπητοί φίλοι, θα ήθελα κατ’ αρχάς να ευχαριστήσω τους διοργανωτές και τον καλό φίλο Πάνο Τριγάζη για την πρόσκληση στην σημερινή εκδήλωση.
Το θέμα της συζήτησης είναι επίκαιρο και σημαντικό. Η συζήτηση για την πορεία της Ευρώπης εκ των πραγμάτων καθορίζεται από την κρίση που βιώνουμε, την επιβολή της πολιτικής του μονόδρομου, που πλέον έχει οδηγήσει σε συνθήκες Ευρωπαϊκής εκτροπής σε σχέση με τις ίδιες τις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και καλλιεργεί το έδαφος για τον ισοπεδωτικό Ευρωσκεπτικισμό και την εμφάνιση του φάσματος του νέου φασισμού. Κάτι που δυστυχώς θα διαπιστώσουμε σε πολλές χώρες της Ε.Ε. στις επερχόμενες Ευρωεκλογές.
Την εξέλιξη και την πορεία της Ευρώπης την καθόρισε, χωρίς αμφιβολία, η κοινή ιστορική διαδρομή, ο πολιτισμός και η παιδεία. Την ταυτότητα, όμως, της Ευρωπαϊκής ιδέας, με την έννοια των βασικών αξιών και αρχών, πιστεύω ότι πρέπει να την αναζητήσουμε στις αξίες του Διαφωτισμού, στις κινητήριες επιδιώξεις και τους αγώνες των εθνικοαπελευθερωτικών- δημοκρατικών και κοινωνικών Κινημάτων της Ευρώπης του 19ου και 20ου αιώνα.
Η Ευρωπαϊκή ενοποίηση είναι αλήθεια ότι εξαρχής βασίσθηκε στην Αγορά και στην οικονομία, και στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες ταυτίσθηκε με την ψυχροπολεμική διαίρεση της Ευρώπης. Παρ’όλα αυτά υπήρξε στη βασική της σύλληψη ένα πολιτικό σχέδιο ειρηνικής συμβίωσης, γεωπολιτικής σταθερότητας, αποτροπής νέων ολέθριων ηγεμονισμών και κοινής ευημερίας για τους ευρωπαϊκούς λαούς, μετά τη δραματική και καταστροφική εμπειρία του Β’ παγκόσμιου πολέμου και του Ναζισμού.
Σταδιακά από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 αναπτύχθηκε ένα Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Συμβόλαιο με κοινά αποδεκτές πολιτικές και κοινωνικές αρχές, θεσμικές σταθερές και μηχανισμούς εξισορρόπησης ανάμεσα στα κράτη- μέλη, τις πολιτικές επιδιώξεις, τα οικονομικά συμφέροντα και τις κοινωνικές διεκδικήσεις. Αυτό το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Συμβόλαιο σε κάθε φάση της Ευρωπαϊκής ενοποίησης αποτυπώθηκε και στο αντίστοιχο κείμενο των Συνθηκών, αποτελώντας το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο.
Οι αρχές και σταθερές αυτές άρχισαν να αποδυναμώνονται στα τέλη της δεκαετίας του ’90 με την συνεχή επικράτηση νεοφιλελεύθερων πολιτικών στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, κλονίσθηκαν σημαντικά μετά τη μεγάλη διεύρυνση της Ε.Ε. προς τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, την Κύπρο και τη Μάλτα την δεκαετία του 2000, καθώς δεν υπήρξαν οι αντίστοιχες αναγκαίες συνοδευτικές οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές, και τελικά παραβιάσθηκαν ανοικτά μετά την εκδήλωση της κρίσης το 2008.
Επιγραμματικά αναφέρω σε σχέση με αυτές τις βασικές αυτές αρχές :
Παραβιάσθηκε η αρχή ότι η κάθε διεύρυνση της Ε.Ε. συνοδεύεται από την αντίστοιχη εμβάθυνση της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και ότι κάθε εξέλιξη της Εσωτερικής Αγοράς συνοδεύεται με την αντίστοιχη ενίσχυση των πολιτικών της Συνοχής. Αρκεί να αναφέρω δύο στοιχεία: Ο Κοινοτικός Προϋπολογισμός σήμερα των 28 κρατών-μελών είναι μικρότερος από τον αντίστοιχο της Ε.Ε. των 15 κρατών –μελών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται κυρίως για τις αναπτυξιακές και κοινωνικές πολιτικές. Επίσης, ενώ η Συνθήκη της Ε.Ε. ρητά αναφέρει την κατοχύρωση της αρχής της δημόσιας υπηρεσίας σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς και του δημοσίου συμφέροντος στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς, στην πράξη επιβάλλεται η ισοπεδωτική λογική των ιδιωτικοποιήσεων και της κατάλυσης του Κοινωνικού κράτους.
Η εξέλιξη της ΟΝΕ έγινε με ανισόρροπο τρόπο ανάμεσα στο νομισματικό και οικονομικό της σκέλος, ενώ σταδιακά αποδυναμώθηκε η αρχή ότι η εξέλιξη της Ευρωζώνης πρέπει να συμβαδίζει με την αντίστοιχη ενίσχυση της σύγκλισης των επιπέδων ανάπτυξης των κρατών-μελών της και των περιφερειών τους.
Η κρίση αποκάλυψε τα δομικά προβλήματα και ελλείμματα της Ευρωζώνης, ενώ η προσπάθεια θεσμικής κατοχύρωσης της τα τελευταία χρόνια στην ουσία γίνεται με μονόπλευρο τρόπο, αποτυπώνοντας στη Συνθήκη την περιοριστική μονόπλευρη πολιτική που έχει επιβληθεί με τα Μνημόνια. Αναφέρομαι στο Ευρωπαϊκό εξάμηνο, το νέο Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Σύμφωνο, και την προσπάθεια συνταγματοποίησης της αρχής του χρέους, με ο,τι αυτό συνεπάγεται. Την ίδια ώρα, δεν υπάρχει η πολιτική βούληση σε Ευρωπαϊκό επίπεδο για αποτελεσματική αντιμετώπιση της κρίσης και επαναδρομολόγηση της ανάπτυξης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας, πέραν από γραφικά πλέον ευχολόγια.
Το δημοκρατικό έλλειμμα εντός της Ε.Ε. διευρύνεται, καθώς δεν αφορά πλέον μόνο την έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας και τον δημοκρατικό έλεγχο σε Ευρωπαϊκό επίπεδο σε σχέση με τις αρμοδιότητες που μεταφέρονται από τα κράτη- μέλη και το θεσμικό ρόλο των εθνικών Κοινοβουλίων. Αφορά επίσης στην επικράτηση των Αγορών και των Τραπεζών στην διαδικασία λήψης αποφάσεων, στην αποδυνάμωση των Εθνικών Κοινοβουλίων μέσα από την επιβολή της λογικής του μονόδρομου στην αντιμετώπιση της κρίσης, αλλά και στην σταδιακή αποδυνάμωση ακόμη και των Ευρωπαϊκών Θεσμικών Οργάνων. Χαρακτηριστική η αδυναμία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να εκπληρώσει τον ρόλο της ως θεματοφύλακα των Συνθηκών και η μονόπλευρη επικράτηση του Eurogroup στο πλαίσιο των σχηματισμών του Συμβουλίου Υπουργών.
Ταυτόχρονα, έχουν στην πράξη ακυρωθεί οι δύο εξισορροπητικές σταθερές εντός του Συμβουλίου, ο περίφημος άξονας Γερμανίας- Γαλλίας και το μέτωπο του Νότου, παρότι η κρίση και οι επιβαλλόμενες πολιτικές έχουν κατεξοχήν πλήξει τις χώρες του νότου της Ευρώπης.
Η εξέλιξη αυτή συμβαδίζει και με τη συνεχή υποβάθμιση της Ευρωπαϊκής παρουσίας στις διεθνείς εξελίξεις, ιδιαίτερα στη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή, παρά τις δραματικές και κρίσιμες εξελίξεις που πραγματοποιούνται τα τελευταία χρόνια και τον άμεσο γεωστρατηγικό αντίκτυπο που έχουν.
Η κρίση όμως πέραν των οικονομικών και πολιτικών συνεπειών της οδήγησε στην κατάφορη παραβίαση των Ευρωπαϊκών Συνθηκών και την υπονόμευση της δεύτερης γενιάς δικαιωμάτων, όπως είχαν κατοχυρωθεί τα κοινωνικά δικαιώματα και η αρχή της συλλογικής αυτονομίας τόσο σε Ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Δυστυχώς, η συνολική αυτή θεσμική και πολιτική εξέλιξη συνιστά εκτροπή σε Ευρωπαϊκό επίπεδο που υποσκάπτει την ίδια την ενότητα, την αποτελεσματικότητα και την προοπτική της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Η Ευρώπη είτε θα αλλάξει και θα ξαναβρεί τη δυναμική της προοπτικής της είτε θα διολισθαίνει στην παρακμή και σε ανυπέρβλητη υπαρξιακή κρίση. Δυστυχώς, η Ιστορία έχει δείξει ότι δεν κινείται μόνο ευθύγραμμα, αλλά σε περιόδους κρίσης γίνονται πισωγυρίσματα με ολέθριες συνέπειες για τις χώρες και τους λαούς.
Και, βέβαια, σε όλους όσοι συστηματικά επιχειρούν να ταυτίσουν τον μονόδρομο της λιτότητας και την νεοφιλελεύθερη λογική με την Ευρωπαϊκή πορεία η απάντηση είναι μία: η Ευρώπη μόνο αν ξαναβρεί τις αρχές της και αλλάξει στρατηγική και κατεύθυνση έχει μέλλον, και μόνο η αλλαγή πολιτικής αποτελεί συνεπή ευρωπαϊκή στάση.
Στο ερώτημα λοιπόν αν σήμερα χρειάζεται η Ευρώπη, η απάντηση είναι σαφής και κατηγορηματική. Ναι, χρειάζεται περισσότερο από ποτέ, αλλά μια άλλη Ευρώπη που πρέπει να διεκδικήσουμε.
Χρειάζεται σε αυτήν την περίοδο της παγκοσμιοποίησης των αγορών, της ενημέρωσης και των τεχνολογιών ως δύναμη ειρήνης, συνεργασίας, οικονομικής και κοινωνικής εξισορρόπησης, ως παράγοντας διασφάλισης της Δημοκρατίας και του περιβάλλοντος απέναντι στην παντοκρατορία των Πολυεθνικών και των συμφερόντων τους.
Μια Ευρώπη ισχυρή δύναμη επιβολής του διεθνούς δικαίου και της διεθνούς αλληλεγγύης σε έναν πολυπολικό κόσμο. Μια Ευρώπη βιώσιμης ανάπτυξης, κοινωνικής δικαιοσύνης, συνοχής και κοινής ευημερίας για τους λαούς της.
Το κρίσιμο βέβαια ερώτημα είναι αν μπορεί τελικά να υπάρξει σήμερα αυτή η αλλαγή. Πιστεύω ότι είναι εφικτή, δύσκολη σίγουρα, αλλά αναγκαία.
Προϋποθέτει μια διπλή μάχη σε Ευρωπαϊκό και σε εθνικό επίπεδο για την αλλαγή του Ευρωπαϊκού πλαισίου πολιτικής και μια νέα σθεναρή και συγκροτημένη διαπραγμάτευση για τη χώρα μας. Σε αυτήν την κατεύθυνση απαιτείται αλλαγή συσχετισμών, συμμαχίες και η αντίστοιχη στρατηγική. Μια τέτοια εξέλιξη είναι πάνω από όλα υπόθεση των λαών της Ευρώπης, που θα πρέπει να αποτυπωθεί εκλογικά σε εθνικό επίπεδο με την ανάδειξη μιας πολιτικής- κοινωνικής προοδευτικής πλειοψηφίας που θα στηρίξει αποφασισμένες κυβερνήσεις για Ευρωπαϊκή μάχη. Συνεπώς, απαιτείται ισχυρό και ευρύ προοδευτικό Μέτωπο Αλλαγής και νέας Ευρωπαϊκής διαπραγμάτευσης, συνεκτικό και συνειδητό κοινωνικό μέτωπο, στρατηγική και συμμαχίες σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Υπό αυτές τις προϋποθέσεις η χώρα μας μπορεί να αποτελέσει καταλύτη ευρύτερων Ευρωπαϊκών εξελίξεων και αλλαγών.
Κλείνοντας, να επισημάνω ότι οι μεγάλες αλλαγές στην Ιστορία γίνονται από την ανάγκη των εξελίξεων, και όταν ξεκινούν συνήθως δεν είναι ορατές. Πολλές φορές μάλιστα φαντάζουν αδύνατες μέχρι να πραγματοποιηθούν. Σας θυμίζω πόσο ακλόνητη φαινόταν η ψυχροπολεμική διαίρεση της Ευρώπης και πόσο ουτοπικό το όραμα μιας Ευρώπης από τα Ουράλια μέχρι τον Ατλαντικό μέχρι και λίγους μήνες πριν τις καταιγιστικές εξελίξεις του 1989. Έτσι και τώρα τα γρανάζια της Ιστορίας ήδη γυρίζουν, αρκεί να ξεφύγουμε από την μοιρολατρία του φόβου και του μονόδρομου, να πιστέψουμε και να αγωνισθούμε για τη νέα Ευρωπαϊκή Αλλαγή.
Η πολιτική επιστήμων κα Κατερίνα Πολυχρονάκη Μαριά αναφέρθηκε στις μελέτες που ήδη έγιναν στην ΕΕ για τα φαινόμενα του ρατσισμού και την αδυναμία της να προωθήσει μεταναστευτική πολιτική.
H εισήγηση της κας Κατερίνας Πολυχρονάκη Μαριά
Το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, ο ρατσισμός και η οικονομική ύφεση
Είναι γνωστό πως σε περιόδους οικονομικής κρίσης, παρατεταμένης ύφεσης, υψηλής ανεργίας, κατακερματισμού της μεσαίας τάξης, και ελλείψει πολιτικής διαχείρισης ο φασισμός, ο εθνικισμός, ο ρατσισμός και η ξενοφοβία μεγεθύνονται με καταστροφικά αποτελέσματα. Κορυφαίο παράδειγμα η περίοδος που ακολούθησε την οικονομική κρίση του ’29, ο Ναζισμός στη Γερμανία και ο καταστροφικός πόλεμος.
Ταυτόχρονα οποιαδήποτε προσπάθεια ενοποίησης για δημιουργία μιας πολιτικής οντότητας σε ένα ανώτερο επίπεδο, όπως στις μέρες μας στο υπερεθνικό επίπεδο συγκρότησης της ΕΕ, στηρίζεται στο σχήμα «εμείς και οι άλλοι» στην προσπάθεια του να δημιουργήσει εσωτερική συνοχή και μια νέα κοινότητα συμφερόντων.
Ιστορικά, η ιδέα της ευρωπαϊκής ενοποίησης εμφανίστηκε πάντα σε περιόδους πολιτικών ανακατατάξεων, πολέμων, αλλαγής συνόρων και είχε καταρχήν ως επιδίωξη την προστασία της ειρήνης και την οργάνωση ενός χαλαρού αλλά καίριου συστήματος διακυβέρνησης.
Προϋπέθετε δε την ύπαρξη μιας ομάδας ηγεμόνων ή κρατών που πάλευαν για την ειρήνη απέναντι σε μια άλλη που την επιβουλεύονταν.
Οι άλλοι άλλοτε εμφανίζονταν ως αλλόθρησκοι ( περίπτωση Πιέρ Ντιμπουά και του σχεδίου του «περί ανάκτησης των ιερών τόπων» (1306), ή μια μορφή αμυντικής συμφωνίας κατά των τούρκων όπως το σχέδιο του βασιλιά της Βοημίας George Podiebrad το 1464, μετά την κατάληψη της Κων/πολης από τους Τούρκους το 1453).
Άλλοτε έπαιρναν τη μορφή συνασπισμού κάποιων μοναρχιών για να αντιμετωπίσουν άλλες μοναρχίες όπως στην περίπτωση του «μέγα σχεδίου» του υπουργού οικονομικών Sally– Ερρίκου Δ’ την περίοδο 1620-1635 με το οποίο επιδιώχθηκε η οικοδόμηση μιας γερμανικής αυτοκρατορίας στενά συνδεδεμένης με την Γαλλία σαν αντιστάθμισμα της επεκτατικής Ισπανίας.
Επιπλέον, σε όλα τα σχέδια βρίσκουμε κάποια μορφή οικονομικής συνεργασίας όπως η τελωνιακή ένωση που πρότεινε ο Γκουντεχόβεν Καλλέργγη, είτε η κατάργηση των δασμολογικών φραγμών που εισηγήθηκε ο Ερρίκο Δ’-Sally, είτε η ανάπτυξη του εμπορίου σύμφωνα με τον αβά Saint–Pierre ή του διεθνούς εμπορίου κατά τον Κρουσέ επί εποχής Λουδοβίκου Γ’ (1610-1643), είτε η επιβολή φόρων κατά τον Saint–Simon.
Σε όλα λοιπόν τα σχέδια ευρωπαϊκής ενοποίησης συναντούμε αφενός το σχήμα «εμείς και οι άλλοι» και αφετέρου την οικονομική διάσταση και την εξωστρέφεια.
Τα ίδια στοιχεία συναντούμε και στο εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο με την δημιουργία της ΕΟΚ, την προσπάθεια συγκρότησης της κοινής αγορά και την επιδίωξη των Ηνωμένων Πολιτειών την εποχή εκείνη, να δημιουργήσουν μια Ευρώπη-ασπίδα απέναντι στο Ανατολικό μπλόκ και την Σοβιετική Ένωση.
Η ΕΟΚ είχε το ιδεολόγημα «εμείς και οι άλλοι», Δύση-Ανατολή, στηριζόταν στην απορρύθμιση και στην κινητικότητα των συντελεστών παραγωγής για την επίτευξη της οικονομικής ενοποίησης και ταυτόχρονα προσπαθούσε να διατηρήσει τις εθνικές ιδιαιτερότητες και να σεβαστεί την εθνική ταυτότητα των μελών της.
Αυτό το μίγμα πολιτικής, με τις εσωτερικές αντιφάσεις που περικλείει, ως εγγενή στοιχεία, μπορεί να προκαλέσει ανεξέλεγκτες κοινωνικές καταστάσεις ιδιαίτερα σε περιόδους οικονομικής ύφεσης. Σε περιόδους δηλαδή που η ΕΕ δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει τις ανισότητες και τους τριγμούς που προκαλούνται από την λειτουργία της και έτσι να διασφαλίσει την υλική νομιμοποίηση, όπως θάλεγε και ο Πουλατζάς, και την συναίνεση των πολιτών για την πολιτική της.
Επιπρόσθετα, στη σημερινή φάση της παγκοσμιοποίησης, με τα τόσα ανοικτά μέτωπα στον πλανήτη, τις πολεμικές συγκρούσεις και τη φτώχεια που μαστίζει τις υπο-ανάπτυξη χώρες, με τις αυξημένες μεταναστευτικές ροές και την ΕΕ να αδυνατεί να τις διαχειριστεί, η εικόνα του «εμείς» που με τόση επιμέλεια κατασκευάστηκε, θολώνει και εμφανίζεται να απειλείται.
Σ’αυτό το πλαίσιο λοιπόν και σε μια φάση παρατεταμένης ύφεσης, ανεργίας, διάλυσης του κοινωνικού κράτους, μεγεθύνεται ο εθνικισμός, ο ρατσισμός, η ξενοφοβία, καταπατούνται τα ανθρώπινα δικαιώματα, δυναμώνουν τα αντιευρωπαϊκά αντανακλαστικά και θεριεύουν τα εθνικιστικά, ακροδεξιά ή και φασιστικά πολιτικά σχήματα.
Στην Ευρώπη, μετά τις πετρελαϊκές κρίσεις, ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 – αρχές της δεκαετίας του ’80, ο ρατσισμός και η ξενοφοβία πήραν ανησυχητικές διαστάσεις.
Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα δεν ήταν προετοιμασμένη για την έκταση και ένταση του φαινομένου και χωρίς θεσμικές προβλέψεις. Το 1977 προχώρησε στην Κοινή Δήλωση για τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και το 1986 σε Κοινή Δήλωση των θεσμικών της οργάνων κατά του ρατσισμού και της ξενοφοβίας.
Όταν στις ευρωεκλογές του 1984 το ακροδεξιό κόμμα Front National (F.N.) του J.M. Le Pen συγκέντρωσε 10 έδρες στην Ευρωβουλή, συστάθηκε άμεσα Εξεταστική Επιτροπή του Ε.Κ. για την άνοδο του φασισμού και του ρατσισμού στην Ευρώπη με εντολή μεταξύ των άλλων να διερευνήσει «τη σχέση μεταξύ της ανόδου του φασισμού και του ρατσισμού και της επιδείνωσης των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών, για παράδειγμα φτώχεια, ανεργία κ.λ.π.»
Η Επιτροπή συνέταξε την περίφημη Έκθεση Ευρυγένη το Δεκέμβριο 1985, παρουσιάζοντας αναλυτικά την κατάσταση σε κάθε χώρα. Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο Le Pen ως πρόεδρος της Ομάδας των Κομμάτων της Ευρωπαϊκής Δεξιάς αμφισβήτησε και προσπάθησε να μπλοκάρει την λειτουργία της Επιτροπής, χωρίς αποτέλεσμα.
Για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (Ο.Δ.Γ.) η Έκθεση Ευρυγένη εκτός των άλλων αξιοποίησε τις «Εκθέσεις σχετικά με την προστασία του Συντάγματος» (VERFASSUNGSSCHUTZBERICHTE, VS BERICHTE) των ετών 1983 και 1984 οι οποίες εκπονούνταν ετησίως υπό την εποπτεία του Ομοσπονδιακού Υπουργείου Εσωτερικών από το 1961. Η ακροδεξιά στην Ο.Δ.Γ. χαρακτηρίζονταν από αδιάλλακτο εθνικισμό, απόρριψη των αρχών της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, ρατσιστικές και αντισημιτικές τάσεις, περιφρόνηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και συστηματική προσπάθεια αποκατάστασης του ναζισμού. Η πολιτική δράση της περιελάμβανε την σύμπτυξη πολυάριθμων μαχητικών ομάδων, βιαιότητες, παραστρατιωτικές δομές, προνομιακές σχέσεις με την αστυνομία και το δικαστικό σώμα, διάδοση εξτρεμιστικού ξενόφοβου Τύπου και σε ορισμένες περιπτώσεις μαζικές δομές και συμμετοχή στις εκλογές.
Μόνο το 1984, οι 89 διαφορετικές ομάδες και οργανώσεις που αριθμούσαν 23.450 μέλη, 87 περιοδικές εκδόσεις με συνολική ετήσια κυκλοφορία 8,5 εκ. αντίτυπα, με διεθνείς διασυνδέσεις, κατηγορήθηκαν για 11 τρομοκρατικές επιθέσεις, 1137 παραβιάσεις της νομοθεσίας, αποκάλυψη παράνομου οπλοστασίου κ.α. Η Έκθεση έδινε ιδιαίτερη έμφαση στη συνεχή εναλλαγή των πολιτικών επωνυμιών αυτών των ομάδων λόγω των θεσμικών πιέσεων και των δικαστικών κυρώσεων που επιβάλλονταν σε ορισμένα ανώτατα στελέχη τους καθώς και στην πιθανή διεύρυνση της επιρροής τους από την ανάπτυξη των ξενόφοβών και αντιμεταναστευτικών αισθημάτων.
Η Γαλλική ακροδεξιά καταγράφηκε ιδιαίτερα ισχυρή και με ιστορικές ιδιαιτερότητες. Η Έκθεση Ευρυγένη άντλησε στοιχεία μεταξύ άλλων και από την αντίστοιχη έκθεση της γαλλικής Γερουσίας. Ανέφερε ως στόχους της ακροδεξιάς τρομοκρατίας τους βορειοαφρικανούς και τη γαλλική εβραϊκή κοινότητα, με συγκεκριμένα παραδείγματα και επιθέσεις, κατέγραψε πλειάδα ακροδεξιών οργανώσεων με πλούσια τρομοκρατική δράση και παρουσίασε την προσπάθεια του Εθνικού Μετώπου (F.N.) συνένωσης των ποικίλων ρευμάτων της εθνικιστικής ακροδεξιάς. Επικαλούμενη μαρτυρίες ειδικών τόνισε την αύξηση της ξενοφοβίας θεωρώντας την πρόδρομο φαινόμενο κάθε ενσωμάτωσης και υπογράμμισε το γεγονός πως στην σύγχρονη Γαλλία ένας στους 3 γάλλους κατάγεται από μετανάστες των 100 τελευταίων χρόνων.
Αναφορικά με την Ελλάδα η Έκθεση, για ιστορικούς και πολιτικούς λόγους, θεώρησε τη δράση των οργανώσεων της ΕΠΕΝ, ΕΝΕΚ και Κ4Α περιθωριακή παρά την τότε εκπροσώπηση της ΕΠΕΝ στο Ε.Κ. με τον Χ. Δημητριάδη.
Η έκθεση ανέφερε εμφατικά ότι δεν είναι τόσο οι οικονομικές δυσκολίες που διαβρώνουν τα δημοκρατικά αντανακλαστικά όσο η αύξηση της ανεργίας, ιδιαίτερα των νέων που αισθάνονται στερημένοι από κάθε προοπτική σταθερής απασχόλησης και δυνατότητα αληθινής κοινωνικής ενσωμάτωσης καθώς και οι συνέπειες της μακροχρόνιας οικονομικής ύφεσης.
Το 1990 κατατέθηκε νέα Έκθεση με εισηγητή τον Glyn Ford και αναλυτική πανευρωπαϊκή παρουσίαση της κατάστασης, η οποία κατέληγε στη διατύπωση συγκεκριμένων Συστάσεων προς όλα τα θεσμικά Κοινοτικά Όργανα. Μεταξύ των άλλων συνέστησε τη δημιουργία συστήματος παρακολούθησης του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, την εγγραφή κονδυλίου στον προϋπολογισμό του 1991 για ανάληψη δράσεων, την προσχώρηση της τότε Κοινότητας στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, τον ορισμό κοινοτικού αρμόδιου για την εισδοχή μεταναστών, την ανάληψη πρωτοβουλιών στον τομέα της εκπαίδευσης και της αντίστοιχης ενημέρωσης των δημοσιογράφων, τη χορήγηση του δικαιώματος εκλέγειν και εκλέγεσθαι στους νόμιμους μετανάστες υπό προϋποθέσεις στις τοπικές εκλογές κ.α. Προτάσεις που οι περισσότερες υλοποιήθηκαν τα επόμενα χρόνια.
Από τότε οργανώθηκε συγκεκριμένη κοινοτική δράση ενάντια στο ρατσισμό και την ξενοφοβία.
Στις μέρες μας όμως αυξάνει συνεχώς η πολιτική επιρροή των ακροδεξιών δυνάμεων.
Στην Αυστρία, στις τελευταίες εκλογές του Σεπτεμβρίου το εθνικιστικό Κόμμα των Ελευθέρων του Χάιντς-Κρίστιαν Στράχε αναδείχτηκε τρίτο κόμμα με αυξημένη εκλογική δύναμη στο 21,4%. Στη Γαλλία, πρόσφατη δημοσκόπηση της “Nouvelle Observateur” φέρνει το ακροδεξιό “Front National” (F.N.) πρώτο κόμμα στις προτιμήσεις των γάλλων για τις επόμενες ευρωεκλογές. Οι «Αληθινοί Φινλανδοί» έλαβαν στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές 19,1%. Στη Σουηδία, το κόμμα των Σουηδών Δημοκρατών – με προτάγματα του τύπου: «η Σουηδία θα πρέπει να παραμείνει σουηδική» έχει 20 έδρες από το 2010 στο εθνικό κοινοβούλιο. Το Λαϊκό Κόμμα της Δανίας, που πήρε το 20% πριν από δύο χρόνια εκφράζει αντιευρωπαϊκές και αντιμεταναστευτικές θέσεις. Στην Ολλανδία, το Κόμμα της Ελευθερίας του Γκέερτ Βίλντερς υποστηρίζει την έξοδο της χώρας από την ΕΕ, ενώ στη Βρετανία, το κόμμα της Ανεξαρτησίας (UKIP ) εμφανίζεται στο 11%. Στη χώρα μας η ΧΑ δημοσκοπικά εμφανίζεται επίσης στο 10%.
Σύμφωνα με το ευρωβαρόμετρο του Σεπτεμβρίου, 43% των πολιτών της Ένωσης εμφανίζονται ευρωσκεπτικιστές , 40% «ευρωαισιόδοξοι» και 17% αναποφάσιστοι.
Βλέπουμε λοιπόν ότι, στη σημερινή Ευρώπη με την πρωτοφανή ανεργία, ιδιαίτερα των νέων (βλ. πίνακα 1), τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής, και τα μνημόνια, πληθαίνουν τα φαινόμενα ρατσιστικής βίας, οι επιθέσεις ενάντια στους μετανάστες, αυξάνει ο φασισμός, απαξιώνονται οι συστημικές πολιτικές δυνάμεις και στο πλαίσιο του εθνικού κράτους κερδίζουν συνεχώς έδαφος οι εθνικιστές και οι ευρωσκεπτικιστές .
Ακόμα και μετά το τραγικό ναυάγιο της Λαμπεντούζα, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 24/25 Οκτωβρίου 2013, αρκέστηκε στο να εκφράσει την λύπη του, να προωθήσει την ενίσχυση της Frontex ενώ παρέπεμψε τα θέματα ασύλου και μετανάστευσης για το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουνίου του 2014. Παρά τις προσπάθειες και άλλων οργανισμών όπως για παράδειγμα του Συμβουλίου της Ευρώπης, η μεταναστευτική πολιτική της ΕΕ παραμένει προσηλωμένη στην ασφάλεια αντί στην προστασία της ανθρώπινης ζωής. Το δε περίφημο Δουβλίνο ΙΙ εξακολουθεί να δημιουργεί τεράστια προβλήματα σε χώρες που διαθέτουν εκτεταμένα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ όπως η χώρα μας και συνεχίζει να μην επιτρέπει τη δίκαιη κατανομή των μεταναστευτικών ροών εντός ΕΕ.
Την ίδια στιγμή που σωρεύεται η αγανάκτηση των πολιτών της ΕΕ, αντί να εγκαταλείψουν τον άκρατο φιλελευθερισμό, το ΕΚ οργανώνει δημόσια ακρόαση για την τρόικα για να διερευνήσει, υποτίθεται, τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων της τρόικας.
Αξίζει να σημειώσουμε πως, τόσο το Συμβούλιο της Ευρώπης με την κοινοβουλευτική του Συνέλευση και το ψήφισμα 1884/2012, όσο και ο ΟΟΣΑ μέσω του Γενικού του Γραμματέα Α. Γκουρία σε ομιλία του στο Συμβούλιο της Ευρώπης την 1/10/13, έχουν εκφραστεί πλέον εναντίον των προγραμμάτων λιτότητας, των συνεχών περικοπών, της κατάργησης των κοινωνικών δικαιωμάτων, της κατάρρευσης του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου υπογραμμίζοντας ότι όλα αυτά εν τέλει βλάπτουν την Δημοκρατία και το Κοινωνικό μας Συμβόλαιο.
Όμως, όσο η ΕΕ παρά τις εγγενής της αντιφάσεις δεν εγκαταλείπει τον οικονομικό φιλελευθερισμό και δεν έρχεται αντιμέτωπη με το οικονομικό της μοντέλο και την ανεργία, οι ασπιρίνες τύπου προγραμμάτων «εγγύηση για τη νεολαία» ή Eράσμους+ θα διογκώνουν την αγανάκτηση των πολιτών και θα αυξάνουν τον φασισμό και τον εθνικισμό με ότι αυτό συνεπάγεται για όλους μας.
Οι πολιτικές δυνάμεις που επιδιώκουν την αλλαγή της σημερινής ευρωπαϊκής πολιτικής πρέπει να επεξεργαστούν προγράμματα και προτάσεις απ’ τα οποία να διαφαίνεται το όφελος των κοινωνικών ομάδων και να διασφαλίσουν την αξιοπιστίας τους με την ενεργοποίηση και τη συμμετοχή των πολιτών.
Πίνακας 1: Ανεργία νέων στις χώρες της Ε Ε -2013
Ελλάδα
|
Ιούλιος
|
57.3%
|
Ρουμανία
|
Ιούνιος
|
23,2%
|
Ισπανία
|
Σεπτ.
|
56,5%
|
Σουηδία
|
Σεπτ.
|
22,8%
|
Κροατία
|
Σεπτ.
|
52,8%
|
Βρετανία
|
Ιούλιος
|
20,9%
|
Κύπρος
|
Σεπτ.
|
43,9%
|
Φινλανδία
|
Σεπτ.
|
20,2%
|
Ιταλία
|
Σεπτ.
|
40,4%
|
Λεττονία
|
Ιούλιος
|
20,1%
|
Πορτογαλία
|
Σεπτ.
|
36,9%
|
Λιθουανία
|
Σεπτ.
|
21%
|
Σλοβακία
|
Σεπτ.
|
31,1%
|
Τσεχία
|
Σεπτ.
|
18,8%
|
Βουλγαρία
|
Σεπτ.
|
28,3%
|
Λουξεμβούργο
|
Σεπτ.
|
18,8%
|
Ιρλανδία
|
Σεπτ.
|
28%
|
Εσθονία
|
Αυγουστ.
|
14,9%
|
Ουγγαρία
|
Αύγουστ.
|
26,9%
|
Δανία
|
Σεπτ.
|
13,5%
|
Πολωνία
|
Σεπτ.
|
26,3%
|
Μάλτα
|
Σεπτ.
|
13,2%
|
Γαλλία
|
Σεπτ.
|
26,1%
|
Ολλανδία
|
Σεπτ.
|
11,7%
|
Βέλγιο
|
Σεπτ.
|
24%
|
Αυστρία
|
Σεπτ.
|
8,7%
|
Σλοβενία
|
Σεπτ.
|
23,7%
|
Γερμανία
|
Σεπτ.
|
7,7%
|
Πηγή:MEMO- Employment : Commission urges Member States to urgently implement Youth Guarantee
to help young jobless – Brussels, 12/11/2013
Διαβάστηκε το ακόλουθο μήνυμα του ιταλού πρώην Ευρωβουλευτή Τζουλιέττο Κιέζα προέδρου της κίνησης “ALTERNATIVA”
“Αγαπητοί φίλοι
θα ήθελα πολύ να είμαι μαζί σας στη συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης.
Πρώτα θέλω να τονίσω ότι η σημερινή Ευρώπη δεν έχει καμία σχέση με το πολιτικό σχέδιο του Σπινέλλι ούτε ευρύτερα με τις ιδέες του Καποδίστρια.
Η Ευρώπη (και εννοώ την ΕΕ) υπέστη ένα πραγματικό πραξικόπημα το 1999, όταν η Συνθήκη του Μάαστριχτ μετετράπη σε φυλακή για τους ευρωπαϊκούς λαούς. Μέχρι τότε κινιόταν προς την ενοποίηση όλων των ευρωπαϊκών κρατών σε μια ενιαία ένωση ικανή να παρέχει χώρο στην κυριαρχία, ευημερία και ασφάλεια.
Τίποτε από όλα αυτά δεν επετεύχθη, ούτε η ειρήνη επιτεύχθηκε, αλλά μια ομάδα ευρωπαϊκών κρατών έκανε παράνομο πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία υπό την ηγεσία του ΝΑΤΟ.
Η κυριαρχία των ευρωπαϊκών κρατών μαζί με τον στόχο οικοδόμησης μιας νέας διακρατικής δομής σε ανώτερο επίπεδο -που ήταν από τους στόχους του Σπινέλι- καταστράφηκε από την Κεντρική Ευρωπαϊκής Γραφειοκρατία, η οποία αποτελείται από αξιωματούχους, που ορίζονται από το λόμπι των διεθνών χρηματιστηριακών αγορών. Έτσι τα Συντάγματα των κρατών μελών όπως της Ιταλίας, Ελλάδας, Ισπανίας, Πορτογαλίας, Γαλλίας Βελγίου έχουν αλλάξει χωρίς να ερωτηθούν οι λαοί.
Η λεγόμενη “Τρόικα” που έχει την εξουσία, είναι η συνένωση τριών πλήρως αντιδημοκρατικών κέντρων εξουσίας, την Κομισιόν, του ΔΝΤ, και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Εμείς οι πολίτες στην Ευρώπη, έχουμε μετατραπεί σε καταναλωτές χωρίς κοινωνικά δικαιώματα. Το “Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Μοντέλο” που για χρόνια εθεωρείτο η καρδιά του σύγχρονου πολιτισμού κατεδαφίζεται τώρα σκόπιμε από την νεοφιλελεύθερη επίθεση ακραίων πολιτικών λιτότητας.
Τώρα είναι η ώρα να αντιστραφεί η κατάσταση αυτή. Και αυτό απαιτεί την οικοδόμηση μιας ευρωπαϊκής συμμαχίας πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων ικανών να φέρουν αποτελέσματα.
Η σημερινή Ευρώπη των τραπεζών δεν είναι η δική μας Ευρώπη, των λαών.
Η δύναμη των “αφεντικών του σύμπαντος”, όπως έγραχε ο Πολ Κρούγκμαν, είναι τώρα πολύ μεγάλη. Οφείλουμε όλοι ν’ αρχίσουμε ν’ αντιπαλεύουμε.
με τις καλύτερες ευχές για το κοινό μα έργο.
Τζιουλιέττο Κιέζα
26 Νοεμβρίου 2013
η κα Σωτηροπούλου διαβάζει το μήνυμα Κιέζα
Παρεμβάσεις έγιναν από τους κκ
Νίκο Χασιώτη ο οποίος αναφέρθηκε στην ιστορία της ΕΕ με ελπίδα,
Χρήστο Σαββακη ο οποίος μίλησε για το ρόλο του συνδικαλιστικού κινήματος
Ελένη Καρασαβίδου η οποία μίλησε για τις καταστροφικές μεταβολές στην Παιδεία
Κώστα Γιαννούρη δικηγόρο ο οποίος αναρωτήθηκε για το μέλλον της ΕΕ
και τον κο Σεβερλή, οικονομολόγο, ο οποίος αναφέρθηκε με ελπίδα για τις προοπτικές της.
Παρέστησαν ο κος Νότης Μαριάς κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος των “Ανεξάρτητων Ελλήνων”
ο κος Χασαν Χουσείν Αντιπρόσωπος την Κούρδων Ιράκ
ο κος Δημήτρης Μανώλης πρόεδρος ομοσπονδίας Συλλόγων Ολυμπίας
και ο κος Νικόλαος Τσιγουράκης πρόεδρος συλλόγων επαρχίας Σαμαρίου Ρεθύμνου, ο οποίος και έκλεισε την εκδήλωση με δυο αυτοσχέδιες μαντινάδες.
Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου