Δήλωση της Λέσχης της Σόφιας (πανευρωπαϊκή πρωτοβουλία)

sofia_declaration

(στα αγγλικά http://www.defenddemocracy.press/sofia-club-declaration/ )

Σημαντικές τεκτονικές αλλαγές σημειώνονται στις δυτικές κοινωνίες. Αυτές οι αλλαγές αποκαλύπτουν θεμελιώδες αλλαγές στην ενστικτώδη αντίληψη της σημερινής πραγματικότητας τόσο μέσα στα μεγάλα αστικά κέντρα όσο και έξω από αυτά.

 Τόσο η Brexit όσο και το αποτέλεσμα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών αποδεικνύουν αυτή την εξέλιξη. Και στις δύο περιπτώσεις, ο έλεγχος των ελίτ πάνω από τον πληθυσμό – που ασκείται κυρίως μέσω των μεγάλων ΜΜΕ, απέτυχε. Το κοινό δεν έχει πάει προς την κατεύθυνση που ευνοείται από τα μήντια. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, επίσης, δεν ήταν σε θέση εκείνη τη στιγμή να προβλέψουν ή να καταγράψουν την απόκλιση από την κατεύθυνση που έδιναν. Όλα αυτά είναι ένδειξη προβληματικής έλλειψης αμοιβαίας επικοινωνίας μεταξύ των ελίτ, των μέσων μαζικής ενημέρωσης και της κοινής γνώμης.

Οι πρόσφατες προεδρικές εκλογές στη Γαλλία, στις οποίες νικητής αναδύθηκε ο Macron, έδειξαν ότι οι τρόποι ελέγχου της κοινής γνώμης εξακολουθούν να λειτουργούν. Ένας υποψήφιος που εφευρέθηκε την τελευταία στιγμή από τις κυβερνώντες ελίτ (μολονότι χωρίσμένες εσωτερικά), ανυψώθηκε στη νίκη. Παρ’όλα αυτά σε πείσμα της ομόφωνης συνεργασίας όλων των κέντρων εξουσίας, επίσημων και μηντιακών , το αποτέλεσμα ήταν εφικτό να επιτευχθεί μόνο επειδή η τελικά ηττημένη υποψήφιος περικυκλώθηκε από «cordon sanitaire» που συνέδεε όλες τις παραδοσιακές δυνάμεις, τόσο αριστερές όσο και δεξιές. Ωστόσο, το ήμισυ του εκλογικού σώματος δεν υπέκυψε σε αυτή τη χειραγώγηση: είτε ψήφισε υπέρ του Le Pen, είτε απείχε είτε ψήφισε με κενά ή χαλασμένα ψηφοδέλτια.

Υπό αυτή την έννοια, ούτε καν οι γαλλικές προεδρικές εκλογές του 2017 έχουν διαψεύσει την ύπαρξη συνεχόμενων τεκτονικών αλλαγών στις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Οι αιτίες αξίζουν παραπέρα διερεύνησης. Αυτό που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί είναι η πολύπλοκη εσωτερική κρίση που εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους σε ολόκληρη τη Δύση. Η φυσιογνωμία της δεν είναι ακόμη κατανοητή κι έτσι προκαλεί πρωτοφανείς ταραχές σε μεγάλες μάζες πληθυσμών. Ο κόσμος συνειδητοποιοεί, ενστικτωδώς, ότι μεγάλα ζητήματα παραμένουν ανεπίλυτα. Αρχίζει να καταλαβαίνει ότι οι ηγέτες δεν είναι σε θέση να επιλύσουν αυτά τα ζητήματα. Ο κόσμος γίνεται δύσπιστος για την ανεπάρκεια των εξηγήσεων που προσφέρονται. Αισθάνεται όλο και μεγαλύτερη καχυποψία απέναντι στην πολιτική τάξη. Αντιμετωπίζει με περιφρόνηση τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης. Τα ΜΜΕ όχι μόνο δεν λένε την αλήθεια – την κρύβουν ενεργά, αξιοποιώντας μια πλούσια ποικιλία εξαπάτησης.

Αυτό δεν πάει να πει ότι οι Ευρωπαίοι έχουν κατανοήσει τα αίτια. Ωστόσο, αρκεί για να προκαλέσει μια «γνωσιολογική παραφωνία» ως αποτέλεσμα μιας όλο και εντονότερης αντίφασης μεταξύ της πραγματικότητας που είναι αντιληπτή από πάνω και της άξεστης πραγματικότητας που παρατηρείται στην καθημερινή ζωή.

Παρόμοια φαινόμενα εμφανίζονται στην Ανατολική Ευρώπη και στα νέα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνοδευόμενα από μια ποικιλία εκδηλώσεων τοπικών εμπειριών. Η αίγλη της Ευρώπης ξεθωριάζεται. Η έλξη μετατρέπεται σε αποστροφή και ακόμη σε εχθρότητα. Αυτό αποδεικνύεται από το αποτέλεσμα των πρόσφατων προεδρικών εκλογών στη Μολδαβία, από τις σχέσεις μεταξύ Βαρσοβίας και Βρυξελλών, Βουδαπέστης και Βρυξελλών, από πολλές ανάλογες ενδείξεις που επηρεάζουν τη Δυτική και την Ανατολική Ευρώπη, όχι λιγότερο από τη Νότια Ευρώπη. Παντού, ο αριθμός των ευρωσκεπτικιστών αυξάνεται. Οι νέες πολιτικές οργανώσεις που δημιουργήθηκαν τα τελευταία χρόνια (Κόμμα Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου, Το Κίνημα Πέντε Αστέρων στην Ιταλία, η Εναλλακτική για τη Γερμανία) καταδεικνύουν αυτή την ευθραυστότητα και την αστάθεια. Η ανάπτυξη, όμως, δεν έρχεται, η ποσοτική χαλάρωση δεν μπορεί να διαρκέσει αιωνίως, το ποσοστό απασχόληης παραμένει στάσιμο, ή πέφτει. Αναμένεται μαζικός αυτοματισμός, ο οποίος και θα μειώσει ακόμη περισσότερο την πιθανότητα η πιθανότητα ανώδυνων λύσεων στο πρόβλημα της ανεργίας. Η μεσαία τάξη υποφέρει από μόνιμη μείωση του βιοτικού επιπέδου. Το «κοινωνικό συμβόλαιο» – το οποίο υποστήριζε την Ένωση και συνίστατο σε ανταλλαγή εκπληρωμενων υποσχέσεων για την ευημερία από πάνω και ψήφοι από κάτω – σήμερα έχει πάψει να λειτουργεί. Οι ελίτ είναι ανίκανες να κρατούν αυτό το συμβόλαιο, με αποτέλεσμα ο λαός να μη διατίθεται πια να τους ψηφίσει. Οι φυγοκεντρικές δυνάμεις εντείνονται.

Οι απαντήσεις από τις Βρυξέλλες είναι γελοία ανεπαρκείς. Η αλαζονική απάντηση που δίνουν στα αιτήματα, έστω ασαφή, για ριζική αλλαγή, είναι να εξαπολύσουν κατηγορίες για «λαϊκισμό». Διαστρεβλώνοντας , απονομοποιώντας τις απαιτήσεις για δημοκρατία, διαφάνεια, δίκαιη διακυβέρνηση εξαπολύουν καταδίκες για παράνομες, αν όχι ανατρεπτικές, ενέργειες. Η ιδεοληπτική επανάληψη του υποτιμητικού όρου “λαϊκισμός” αποτελεί απειλή για τον λαό.

Η αυξανόμενη πίεση από κάτω πιστεύουμε, αντιθέτως, ότι πρέπει να ενθαρρυνθεί και να κατευθυνθεί προς μια βαθιά δημοκρατική μεταρρύθμιση των σημερινών ευρωπαϊκών θεσμών. Θεσμοί που απέχουν εκατομμύρια μίλια από τις ιδέες των ιδρυτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εκείνοι που έχουν στερήσει τους λαούς από τις μορφές εθνικής δημοκρατίας που είχαν συνηθήσει, για καλό ή κακό, για να τους αντικαταστήσουν με υπερεθνικούς θεσμούς, χωρίς δημοκρατική νομιμοποίηση και πλήρως υποταγμένοι στις εξουσίες του διεθνούς χρηματοοικονομικού κεφαλαίου.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση περνάει αυτή τη συστημική και πολύπλευρη κρίση χωρίς καμία ενωτική ιδέα. Ως αντικατάστατο οποιουδήποτε διαλόγου, η Ρωσία έχει γίνει αντικείμενο καθημερινής κριτικής, συνοδευόμενης από δηλώσεις πολλών Ευρω-αμερικάνων ηγετών που ισοδυναμούν με προβλέψεις μιας επικείμενης επίθεσης. Στη συνέχεια, ισχυριζόμενο ότι για να αντισταθεί σε αυτή την λεγόμενη επιθετικότητα, είναι απαραίτητο να πολλαπλασιάσουμε και να εντείνουμε τη στρατιωτική παρουσία του ΝΑΤΟ δίπλα στα σύνορα της Ρωσίας, το ΝΑΤΟ συνεχίζει την επέκτασή του, επιστρατεύοντας το Μαυροβουνίο, πιέζοντας να ενταχθούν όλες τις χώρες της πρώην γιογκοσλαβίας. Γίνονται ολοένα και πιο ρητά βήματα για να προσχωρήσει και η Ουκρανία. Σε αυτή την περίπτωση πρέπει να είναι προφανές, ακόμη στους πιο απληροφόρητους παρατηρητές, ότι το ΝΑΤΟ είναι ικανό να προκαλέσει μια πολύ επικίνδυνη και μη-προβλέψιμη σύγκρουση με τη Ρωσία.

Η διεθνής κατάσταση περιπλέκεται περαιτέρω από τα αποτελέσματα των αμερικανικών εκλογών του 2016. Ένα άλλο πρόσωπο της Αμερικής έχει αποκαλυφθεί στους Ευρωπαίους, πολύ διαφορετικό από εκείνο που πούλησαν στο κοινό το ευρωπαϊκό πολιτικό κατεστημένο και τα ΜΜΕ. Πρόκειται για το πρόσωπο μιας χώρας που έχει κατασπαραχθεί και τεμαχιστεί από εσωτερικές αντιφάσεις – ίσως πιο βαθιές από ποτέ στην – όχι τόσο μακρινή – ιστορία της. Μια χώρα αβέβαιη για το μέλλον της, αντιμέτωπο με μια προφανή οικονομική και κοινωνική κρίση. Η σημερινή Ευρώπη, όμως, αντί να κατανοήσει το πρόβλημα και να αναλάβει την ευθύνη να συμβάλει στην εποικοδομητική επίλυση του με στόχο την εξασφάλιση της ειρήνης, στηρίζει με ουσιαστική ομοφωνία την κάστα που έφερε τις ΗΠΑ στη σημερινή της κατάσταση.

Δεν αναγνωρίζει την αποτυχία της παγκοσμιοποίησης ως «φιλοσοφίας». Ο καπιταλισμός του καζίνο δεν παράγει ανάπτυξη. Οι νεοφιλελεύθερες συνταγές δεν προσφέρουν λύση. Η ανάπτυξη των δύο τελευταίων αιώνων δεν μπορεί να είναι βιώσιμη. Αντίθετα, θα οδηγήσει σε κατάρρευση οικοσυστημάτων.Ο ανταγωνισμός οδηγεί σ’έναν πόλεμο όλων εναντίον όλων. Η κοινωνική αδικία που εγκαθίσταται παντού οδηγεί στον όλεθρο. Καταλήγει νομοτελειακά σε κοινωνικές συγκρούσεις, αυταρχισμό, αιματοχυσία.

Οι προτάσεις που έρχονται από την Ευρώπη είναι η γνωστή παλαιά παγκοσμιοποίηση, τα γνωστά οράματα μιας σωτηριακής και «αναπόφευκτης» τεχνικής προόδου, η ίδια γνωστή επιθυμία να ομογενοποιηθούν τα έθνη και οι ιστορίες τους με ενιαίο παγκόσμιο χωνευτήρη, η ίδια Αγορά ως αφεντικό του χρήματος, των πραγμάτων και ακόμα των σκέψεων, η ολοένα και πιο απάνθρωπη ιδέα του «εκσυγχρονισμού», μια αλαζονική απαίτηση να υπαγορεύει τους νόμους της και στη Φύση.

Δεν χωράει ανθρώπινο όν σε αυτό το σενάριο. Ακόμη χειρότερα: οι ιδέες αυτές (στο μέτρο που αυτές μπορούν να θεωρηθούν ιδέες) είναι αδύνατες στην πράξη. Αυτές οι ιδέες ενός έβδομου του παγκόσμιου πληθυσμού δεν μπορούν να επιβληθούν στους υπόλοιπους έξι έβδομους. Υπάρχει μόνο ένας τρόπος να γίνουν πραγματικότητα: πόλεμος, βία. Ο πόλεμος, εάν συμβεί, θα φέρει μια μικρή ομάδα νικητών μαζί με καταστροφές σε μια κλίμακα δύσκολο να φανταστεί κανείς.

Μια από τις αιτίες αυτής της κρίσης είναι ιδιαίτερα Δυτικής προέλευσης. Πρόκειται για την αδυναμία ή απροθυμία των δυτικών ελίτ να συγκρατήσουν τον ευρωκεντρισμό τους. Εξακολουθούμε να θεωρούμε τον εαυτό μας (αυτό ισχύει και για την ευρωπαϊκή αριστερά, όχι λιγότερο απ’ο τι για την παραδοσιακή δεξιά ) κέντρο του κόσμου. Σήμερα αυτό είναι προφανώς λάθος. Σε αυτή την μη ρεαλιστική αντίληψη οφείλονται όλα τα τραγικά σφάλματα που σημειώθηκαν στην Ευρώπη και στη Δύση. Εμποδίζει την αναγνώριση της ποικιλομορφίας των πολιτισμών, των θρησκειών και των παραδόσεων της Γης. Είναι και ο καρπός και η αιτία της παγκοσμιοποίησης, η οποία φιλοδοξεί να ομογενοποιεί όλους τους πολιτισμούς και ακυρώνει την ανυπέρβλητη ποικιλομορφία του σύγχρονου κόσμου.

Επιχειρείται – σε πείσμα της πραγματικόττας – να αντιπαραβληθεί το ισοπεδωτικό πνεύμα της παγκοσμιοποίησης με τον απομονωτισμό και την αυτάρχεια. Στην πραγματικότητα είναι άλλη η αντιπαράθεση. Υπάρχει μια λογική και φιλειρηνική στάση , η οποία υποκαθιστά τον «ανταγωνισμό» (τον αγώνα όλων σε βάρος όλων των άλλων) με «συνεργασία», «σεβασμό», «ισότητα στην πολυμορφία».

Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί είναι προϊόντα όχι μόνο ενός ακραίου νεοφιλελευθερισμού αλλά και της αυταρχικής ιδέας της ομοιομορφίας που διασφαλίζει η αγορά. Η πραγματικότητα αντιφάσκει με αυτή τη νοσηρή προοπτική. Το αποτέλεσμα αυτής της αντίφασης μέσα στις δυτικές ελίτ, ιδίως εκείνες στην Ευρώπη, είναι μια μιλιταριστική υστερία, μισαλλόδοξη και όλο και πιο επιθετική. Το ΝΑΤΟ έγινε επίκεντρο της ανάπτυξης και αναπαραγωγής αυτής της υστερίας. Η έξοδος από το ΝΑΤΟ αποτελεί απαραίτητο πρώτο βήμα για να στραφεί η Ευρώπη προς έναν σοβαρό συλλογικό προβληματισμό σχετικά με την εθνική κυριαρχία ως εργαλείο για την προστασία των λαών από την παγκοσμιοποιημένη συμμαχία.

Από εδώ και πέρα, η ιδέα ενός «ευρωπαϊκού στρατού», που να αντικαθιστά το ΝΑΤΟ, κερδίζει έδαφος. Θα έπρεπε αυτό το επιχείρημα να προβληθεί ως εναλλακτική λύση. Παρ’όλα αυτά απαιτεί μια ταυτόχρονη αναθεώρηση των σημερινών εννοιών της συλλογικής ασφάλειας και μια αλλαγή της έννοιας του «εχθρού». Ο ευρωπαϊκός στρατός δεν μπορεί να είναι διπλότυπο του ΝΑΤΟ, γιατί αυτό θα σήμαινε μόνο τερατώδη αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, οι οποίες είναι ήδη υπερβολικές. Υπάρχει και το ζήτημα ότι ο επιλεγμένος “εχθρός” – (η Ρωσία σήμερα; η Κίνα θα είναι ο επόμενος) δεν είναι εχθρός. Τέλος, η παγκόσμια κρίση απαιτεί να καταλάβουμε ότι ο αυριανός κόσμος θα κλονιστεί από πολλές απειλές, όχι στενά στρατιωτικές στη φύση τους. Έτσι ο ευρωπαϊκός στρατός θα πρέπει να διαμορφωθεί όχι μόνο για να εκπληρώσει τα καθήκοντα της στρατιωτικής ασφάλειας, αλλά, πρώτα απ ‘όλα, να προστατεύσει τον ευρωπαϊκό πληθυσμό από διάφορες απειλές, που έχουν ήδη επανειλημμένα προβλεφθεί.

Η επιπόλαια σχεδιασμένη διεύρυνση της Ένωσης κατά τη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας του αιώνα, υποβοηθούμενη από τις θανατηφόρες αυταπάτες των νέων μελών, έχει συγκολλήσει δύο Ευρώπες, διαφορετιών ιδεών και αρχών. Σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι μόνο διαφορετικές αλλά κάθετα αντίθετες. Η σημερινή Ευρώπη δημιουργήθηκε με στόχο να ξεπεραστούν αυτές τις διαιρέσεις, οι οποίες κορυφώθηκαν στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Γερμανία, η Γαλλία, η Ιταλία άνοιξαν καινούργια σελίδα με το παράδειγμα συμφιλίωσης που έδωσαν. Το παράδειγμα προτάθηκε ως σχέδιο μακροπρόθεσμο ενάντια στον Ναζισμό. Τα νέα κράτη μέλη όμως δεν επιθυμούν τέτοιου είδους συμφιλίωση. Έχουν αναγκαστεί να ενταχθούν, πρώτον, στο ΝΑΤΟ και στη συνέχεια σε μια Ενώση που τις αρχές της δεν τις συμμμερίζονται. Έχουν κουβαλήσει μαζί τους ένα σωρό αντι-ρωσικού ρεβανχισμού και το πνεύμα του ψυχρού πολέμου. Τους λείπει κάθε σχέση με τον αγώνα ενάντια στον ναζισμό. Πολλές φορές συμπαθούν ανοιχτά την πολιτική των Ναζί. Ήδη από την αρχή εμφανίστηκε μια ισχυρή αντίθεση στις ιδέες τις μεταπολεμικής συμφιλίωσης, ακόμα τις πιο ρεαλιστικές και ειρηνικές. Από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού ακούμε έντονα παράπονα σε συνδυασμό με μια επίμονη απαίτηση για αύξηση των εθνικών στρατιωτικών προϋπολογισμών έως και 2% του ΑΕΠ. Αυτό χρειάζεται – λένε – για να προστατευθεί η Δύση από έναν εχθρό, ο οποίος είναι, ουσιαστικά, οι υπόλοιποι έξι δισεκατομμύρια άνθρωποι που αποτελούν τον πληθυσμό της γης. Η μόνη λογική αντίδραση είναι να απόρρηφθεί αυτή η τρέλα.

Χρειάζεται μια νέα Ευρώπη, η οποία να διορθώνει τα σοβαρά λάθη που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής της Ένωσης μέχρι σήμερα. Δεν υπάρχουν μόνο λάθη, αλλά και εσκεμμένες προσπάθειες να παρεμποδιστεί η θεμελιώδης ιδέα της οικοδόμησης μιας δημοκρατικής, αντιφασιστικής, κυρίαρχης Ευρώπης. Ήρθε η ώρα ν’αλλάξουμε αυτή την κατάσταση και ν’ασπαστούμε για άλλη μια φορά τις αρχικές ιδέες. Χρειαζόμαστε μια Ευρώπη των λαών, μια Ευρώπη που να επιστρέφει στις ρίζες της δημοκρατίας της – τις εθνικές ρίζες. Δεν μπορούν να αντικατασταθούν αυτές οι ρίζες με υπερεθνικούς θεσμούς που στερούνται τόσο ταυτότητας όσο και ψυχής και πουβασίζονται στη γραφειοκρατία χωρίς δημοκρατική νομιποίηση. Αυτή η νομιμοποίηση μπορεί να στηριχθεί μόνο στη νομιμότητα των εθνικών δημοκρατιών. Χρειάζεται, οι νέοι υπερεθνικοί θεσμοί να εμπλουτίσουν αυτές τις ιστορικές ρίζες, όχι να τις αντικαταστήσουν ή να τους υπονομεύσουν. Χρειάζεται ένα νέο επίπεδο πραγματικής δημοκρατίας που δεν έχει ακόμα δημιουργηθεί. Αυτό είναι που οι θεσμοί δεν έχουν ούτε καταφέρει ούτε κατανοήσει. Συνεπώς, το Συμβούλιο, η Επιτροπή, το Κοινοβούλιο δεν εχουν νόμιμη ισχύ. Οι Συνθήκες του Μάαστριχτ, της Νίκαιας και της Λισαβόνας έχουν επιβληθεί από τα πάνω και προορίζονται να υπηρετήσουν την εξουσία, ακόμη και την κυριαρχία, των παγκόσμιων οικονομικών κύκλων. Το έκτρωμα της σημερινής Ευρώπης, χωρίς αρχές, χωρίς αλληλεγγύη, είναι ο καρπός του “ανταγωνισμού” και της αγοράς, που παρουσιάζονται ως αναμφισβήτητα, που τίθενται πάνω από τη βούληση και τα συναισθήματα των ανθρώπων.

Επομένως χρειάζεται μια νέα Ευρώπη. Δεν θα έχει τα ίδια γεωγραφικά σύνορα με τα σημερινά, αφού δεν είναι αυτονόητο ότι όλες οι χώρες και τα έθνη αυτής της Ευρώπης θα μοιράζονται τις αρχές της. Θα χρειαστεί μια Συντακτική Συνέλευση, εκλεγμένη από τους ενδιαφερόμενους λαούς, για να καθορίσει τους βασικούς θεσμούς. Αυτή η συνέλευση θα πρέπει να καταρτήσει ένα γνήσιο Σύνταγμα, το οποίο θα ξεπεράσει τους περιορισμούς μιας «διεθνούς συνθήκης» για να αποτελέσει τη βάση μιας σωστής Ένωσης. Ένα τέτοιο Σύνταγμα θα πρέπει να εγκριθεί όχι μόνο από τα εθνικά κοινοβούλια, αλλά και άμεσα από το λαό, μέσω δημοψηφίσματος.

Όλα αυτά οδηγούν στο συμπέρασμα ότι αυτό που χρειάζεται σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση και η ανθρωπότητα ξεπερνάει τα όρια διασπαρτών μέτρων διακυβέρνησης. Απαιτούνται σοβαρές μεταρρυθμίσεις σε σχέση με τους τρόπους λειτουργίας της κοιννωίας. Πρέπει να δημιουργηθούν νέες προτεραιότητες με πολύ υψηλότερη ηθική από την κυρίαρχη και ανεξέλεγκτη δύναμη της αγοράς. . Μια φιλοσοφία που βασίζεται στον ανταγωνισμό, καταπατώντας τη δημόσια ηθική, πρέπει να ενδώσει στην κοινωνική δικαιοσύνη και την ειρήνη.

Giulietto Chiesa (Ιταλία), ευρωβουλευτής (2004-2009) · Πρόεδρος της πολιτικής ένωσης Alternativa

Michel Collon (Βέλγιο), δημοσιογράφος, διευθυντής της ιστοσελίδας Investig’Action

Javier Couso Permuy (Ισπανία), ευρωβουλευτής, Ομάδα Ενωμένη Αριστερά

Ίνακι Ιραζαμπαλμπεϊτία (Χώρα των Βάσκων). Βουλευτής του ΕΚ (2013-2014), μέλος του διοικητικού συμβουλίου του πολιτικού κόμματος Aralar

Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος (Ελλάδα), δημοσιογράφος, συγγραφέας, συντονιστής της Πρωτοβουλίας Δελφών, εκδότης της ιστοσελίδας Defend Democracy Press

Kostadinka Kuneva (Ελλάδα), ευρωβουλευτής, Ομάδα Ενωμένης Αριστεράς

Sergey Kurginyan (Ρωσία), Πρόεδρος του πολιτικού κινήματος ουσίας του χρόνου

Άννα Μιράντα (Γαλικία), ευρωβουλευτής (2012-2013 και 2018-2019), ομάδα Πράσινοι / ΕΕΣ · Μέλος του διοικητικού συμβουλίου του πολιτικού κόμματος Bloque Nacionalista Galego

Ghenadi Mitriuc (Μολδαβία), βουλευτής, ομάδα Σοσιαλιστικών Κόμματος

Oleksandr Moroz (Ουκρανία), πρόεδρος, πολιτικό κόμμα για την αλήθεια και τη δικαιοσύνη

Janusz Niedzwiecki (Πολωνία), μέλος του συμβουλίου του πολιτικού κόμματος Zmiana

Ρίμπος Πσσόφ (Ρωσία), Ινστιτούτο Κοινωνικοοικονομικών και Πολιτικών Μελετών

Roberto Quaglia (Ιταλία), συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας, πολιτική ένωση Alternativa

Ο Dimitri Rempel (Γερμανία), Πρόεδρος του πολιτικού κόμματος Einheit

Piero San Giorgio (Ελβετία), συγγραφέας, μέλος της ένωσης Alternativa

Bogdat Tirdea (Μολδαβία), βουλευτής, ομάδα Σοσιαλιστικών Κόμματος

Vasyl Tsushko (Ουκρανία), αντιπρόεδρος, πολιτικό κόμμα για την αλήθεια και τη δικαιοσύνη

Hannes Wilhelm-Kell (Γερμανία), πρόεδρος, πολιτικό κόμμα Luzyska Alianca

Ζαχάρ Ζαχαρίεφ (Βουλγαρία), μέλος Εθνικού Συμβουλίου του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Πρόεδρος του Ιδρύματος Slavyani

Tatjana Ždanoka (Λετονία), ευρωβουλευτής, Ομάδα Verts / EFA, συμπρόεδρος του πολιτικού κόμματος της ρωσικής Ένωσης της Λεττονίας


Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *